Jigging-Inchiku-Slow
Λαύριο – Μακρόνησος – Κύθνος – Πιπέρι – Σεριφοπούλα – Σέριφος / Εξόρμηση για Slow & Inchiku
-Διονύσης Δεριζιώτης, Χρήστος Διονυσόπουλος, Αντώνης Δρόσος, Δημήτρης Λιβάνιος
Η εξόρμηση είχε προγραμματιστεί εδώ κι αρκετό καιρό. Προορισμός μας θα ήταν η Σέριφος και ενδιάμεσοι σταθμοί Μακρόνησος, Κύθνος, Πιπέρι, Σεριφοπούλα. Ημερήσιος χρόνος: όλος για ψάρεμα και μάλιστα με την τεχνική του slow και του inchiku. Οι ελεύθερες μέρες, που είχαμε και οι τέσσερεις ήταν καθορισμένες, Κυριακή και Δευτέρα. Αυτό που έμενε να δούμε ήταν οι διαθέσεις του καιρού.
Σαββάτο βράδυ κι εφόσον ο καιρός φαίνεται καλός, δίνουμε ραντεβού όλοι για την Κυριακή το πρωί, στη γλίστρα του Λαυρίου. Δύο φουσκωτά σκάφη, ένα Top Line 4,90 με κυβερνήτη το Χρήστο Διονυσόπουλο και πλήρωμα τον Αντώνη Δρόσο κι ένα Sacs 6,40 με κυβερνήτη το Διονύση Δεριζιώτη και πλήρωμα το Δημήτρη Λιβάνιο.
Κυριακή πρωί γύρω στις 10 και αναχωρούμε από Λαύριο για Κύθνο. Ο καιρός μας έχει κάνει το χατίρι, και με το που προσπερνάμε το στενό Μακρονήσου- Τζιας όπου υπάρχει ένα χοντροκυματάκι, καθώς πλησιάζουμε Κύθνο κυριολεκτικά «λαδώνει». Τα σημεία που αποφασίζουμε να δοκιμάσουμε αλιευτικά την τύχη μας, είναι τα νότια τμήματα, δηλαδή από Άγιο Δημήτριο και κάτω. Τα βάθη που επιλέγουμε, 80 με 120 μέτρα.
Τους τόπους εκεί δεν τους γνωρίζαμε και μόνος σύμμαχος εκτός από το ένστικτο ήταν το βυθόμετρο, πάνω στο οποίο είχαμε στηρίξει τις ελπίδες μας. Οι πρώτες ριξιές δεν άργησαν να μας δώσουν ένα αξιόλογο φαγκρί που τσίμπησε στον πλάνο του Δημήτρη κι ένα ρίκι που πιάστηκε σχεδόν ταυτόχρονα στον πλάνο του πρωτοεμφανιζόμενου στο ψάρεμα και στην τεχνική του light jigging, στο Διονύση. Η χαρά και τα συναισθήματά του δεν περιγράφονται.
Η βραχονησίδα Πιπέρι δε μας άφηνε να μείνουμε πολύ σε αυτά τα σημεία. Η μοναξιά και το στυλ του μας καλούσαν κοντά του από μακριά, καθώς έδειχνε πολλά υποσχόμενο. Έτσι δεν αργήσαμε να πλησιάσουμε τα απότομα κοφτά νερά του και να αναζητήσουμε εκεί την τύχη μας. Μάταια όμως, γιατί όλες μας οι ριξιές, σε οποιαδήποτε απόσταση και να δοκιμάσαμε κοντά του, δεν είχαν ανταπόκριση. Ή δεν υπήρχαν ψάρια στην περιοχή (πράγμα αρκετά δύσκολο) ή λόγω καλών καιρικών συνθηκών αυτά δεν πεινούσαν.
Νέα ρότα και γραμμή για τη Σεριφοπούλα που πρόβαλε μπροστά μας. Ένα κοπάδι από δελφίνια μας συντρόφευσε για λίγο μεσοπέλαγα, ενώ τα αφρόψαρα δημιουργούσαν ένα πανδαιμόνιο κοντά στο νησί. Τα μικρά κυνηγιόντουσαν από τα λίγο μεγαλύτερα, ενώ κι αυτά με τη σειρά τους καταδιώκονταν από άλλους θηρευτές, ακόμη μεγαλύτερους από αυτά. Εμείς τα αφήσαμε να τα «βρουν» μεταξύ τους, και αρχίσαμε να αναζητούμε τόπους αξιόλογους με κίνηση στο βυθό και όχι στον αφρό, με τη βοήθεια του βυθομέτρου.
Δυο-τρία ανασηκώματα από τα 90 στα 70 μέτρα, με πολύ κίνηση και ζωντάνια στα δυτικά, μας έκαναν να επιμείνουμε αρκετή ώρα εκεί, χωρίς τίποτα το αξιόλογο. Κάτι χανάκια που άρπαζαν τους πλάνους μας, επέστρεφαν στο νερό. Ο Δημήτρης με το Διονύση που είχαν κάτι μικροτσιμπήματα στη νότια πλευρά κι ένα μικρό τσαούσι, παρέμειναν και για άλλο ψάξιμο, ενώ ο Αντώνης και ο Χρήστος πήραν πορεία για το νησάκι Βους, κοντά στη Σέριφο.
Ο ήλιος είχε αρχίσει να παίρνει την κατηφόρα, και το ραντεβού δόθηκε για το νότιο κάβο της Σερίφου, λίγο μετά το φανάρι στο Σπαθί. Εκεί τα λημέρια ήταν γνωστά από παλιότερες εξορμήσεις, και περιμέναμε να δούμε και να συναντήσουμε τα φαγκριά. Όμως και πάλι δεν είμαστε τυχεροί, αφού παρότι τα βλέπαμε στην οθόνη, δεν ήθελαν να αρπάξουν τους πλάνους μας. Τα αφήσαμε για το πρωί και πήγαμε να δοκιμάσουμε για στήρες σε κάποια ξέρα λίγο πριν τον Κουτάλα, όπου βρισκόταν και το τελικό σημείο προορισμού μας.
Στον κόλπο του Κουτάλα ρίξαμε σίδερο την ώρα που σουρούπωνε, και αφού ασφαλίσαμε τα σκάφη, πήραμε τη μικρή ανηφόρα για το πατρικό του Δημήτρη, φορτωμένοι με τα απαραίτητα. Παρόλο που είμαστε κουρασμένοι, κατεβήκαμε για μια σύντομη βόλτα και «μάσα» στο Λιβάδι, και στη συνέχεια παραδοθήκαμε στο Μορφέα, κάνοντας σχέδια και συμμετέχοντας σε μάχες με τεράστια ψάρια που «έχαφταν» χωρίς δισταγμό τα δολώματά μας.
Η ανατολή μας βρήκε να μαζεύουμε τους υπνόσακους και να κατηφορίζουμε στα σκάφη, προκειμένου να είμαστε σωστοί στο ραντεβού μας με τα φαγκριά, κοντά στο ακρωτήρι Σπαθί. Ένα φαγκρί και δυο-τρεις μεγάλες δράκαινες, ήταν τα νέα θηράματά μας στο συγκεκριμένο σημείο, ενώ στη συνέχεια βάλαμε πορεία για τη δυτική πλευρά της Σερίφου, σταματώντας και ψάχνοντας τα σημεία που βρίσκαμε ενδιαφέροντα και μας «τραβούσαν» κοντά τους, μέχρι να φτάσουμε στον Αβυσσαλό.
Έπειτα τραβήξαμε γραμμή για Νότια και Δυτική Κύθνο, παίρνοντας συγχρόνως τηλέφωνο το βενζινά στο νησί για καύσιμο και κλείνοντας ραντεβού στο λιμάνι για τις 2 το μεσημέρι. Εκεί κάναμε μία ολιγόλεπτη στάση για καφεδάκι, καθαρίσαμε τα αλιεύματα, και ακολούθως ξανά ψάρεμα στα βορεινά της Κύθνου, με ένα μικρό σταμάτημα για μια βουτιά στα καταγάλανα νερά.
Δυο-τρεις ριξιές στη Μακρόνησο θα μας δώσουν άλλο ένα φαγκρόπουλο, και γραμμή για τη γλίστρα του Λαυρίου πριν μας πιάσει η νύχτα, ώστε να προλάβουμε να βγάλουμε τα σκάφη στη στεριά.
Στην επιστροφή για τα σπίτια μας, στεγνοί μέσα στα αυτοκίνητά μας, κουρασμένοι, αλλά και με τις μπαταρίες μας γεμάτες ενέργεια, κάναμε σχέδια για την επόμενη κοινή εξόρμησή μας.
Επισημάνσεις:
– Μια εξόρμηση στη θάλασσα, σε γεμίζει με ενέργεια αρκετή για να ανταπεξέλθεις σε όλες τις δυσκολίες που θα συναντήσεις στο επόμενο χρονικό διάστημα.
– Ακόμη κι αν δεν είσαι ψαράς, αν έχεις τον κατάλληλο εξοπλισμό και οδηγίες, μπαίνεις γρήγορα στο νόημα και τα πρώτα αποτελέσματα έρχονται τάχιστα.
– Εφόσον το slow και το inchiku πιάνουν ψάρια χωρίς να χρειάζονται φυσικά δολώματα, είναι τεχνικές που μπορεί σχετικά εύκολα να ασχοληθεί με αξιώσεις ακόμα κι ένας άπειρος ψαράς.
– Μια βουτιά στη θάλασσα είναι απαραίτητη, ακόμη κι αν δεν είναι μέσα στο πρόγραμμα.
– Εξορμήσεις σε μακρινούς προορισμούς δε σημαίνουν απαραίτητα ότι θα γυρίσουμε φορτωμένοι με ψάρια. Αυτό που σίγουρα χρειάζεται είναι οι κατάλληλες πληροφορίες, συνήθως από φίλους και γνωστούς που έχουν ψαρέψει τις συγκεκριμένες περιοχές.
– Ο άγνωστος τόπος πάντα σε έλκει κοντά του και σου δίνει πολλές υποσχέσεις, άσχετα αν αυτές είναι πραγματοποιήσιμες.
– Ο προγραμματισμός μίας εξόρμησης, και ο καταμερισμός των εργασιών και των εξόδων, δένει καλύτερα την ομάδα και την οδηγεί σε νέους σχεδιασμούς.