Εγγλεζικο-Μπολονεζ
Πως και Τι Βλέπουν τα Ψάρια – Αξιοποίηση της Όρασης των Ψαριών
Πολλοί άνθρωποι, ψαράδες, ιδιοκτήτες ενυδρείων και φυσιολάτρες έχουν αναρωτηθεί αν τα ψάρια βλέπουν, αν βλέπουν χρώματα και αν μπορούν να δουν στο σκοτάδι. Επίσης σχεδόν όλοι οι ψαράδες, επαγγελματίες και ερασιτέχνες, έχουν την περιέργεια να μάθουν με τι τρόπο τα ψάρια μπορούν και πλέουν ασφαλώς σε θολά νερά, αν μπορούν να δουν το τεχνητό ή το φυσικό δόλωμα στο σκοτάδι και αν όχι, τότε πώς μπορούν να ανιχνεύσουν τα δολώματα μας και να τα δαγκώσουν; (Φωτο 1)
Για να απαντήσουμε σε όλες αυτές τις ερωτήσεις, θα πρέπει να ανατρέξουμε στη φυσική και την βιολογία και ειδικότερα στις αναφορές σχετικά με την όραση των ψαριών, τα αισθητήρια όργανα διαφόρων ειδών ψαριών και στις πληροφορίες που μεταδίνουν στον εγκέφαλο τους. Αφού τα κατανοήσουμε αυτά θα αναφερθούμε σε ένα άλλο σημαντικό θέμα, στο πως μπορεί ένας ψαράς να επωφεληθεί από τη γνώση αυτή.
Αισθήσεις
Αισθήσεις για να επιβιώνουν, να επικοινωνούν, να αντιλαμβάνονται το χώρο τους και για να προσανατολίζονται, διαθέτουν όλα τα ζώα.
Οι αισθήσεις αυτές και οι αντιδράσεις τους σε εξωτερικά ερεθίσματα, βασίζονται όλες σε ηλεκτρικά μηνύματα που μεταδίδονται από τα διάφορα αισθητήρια όργανα στον εγκέφαλο, μέσω ενός τεράστιου νευρικού συστήματος.
Τα ψάρια διαθέτουν κι εκείνα τις πέντε γνωστές μας αισθήσεις αλλά επί πλέον έχουν μια έκτη αίσθηση, ένα εκπληκτικό βιολογικό όργανο που είναι η «πλευρική γραμμή» (εικόνα 2). Τα ζώα της ξηράς στη διαδικασία της εξέλιξης έχασαν αυτή την έκτη αίσθηση, αλλά τα ψάρια και τα υδρόβια πτηνά την κράτησαν και αυτή τα διευκολύνει σημαντικά τη ζωή τους αφού τα βοηθά να επιβιώσουν και να τραφούν.
Η πλευρική γραμμή βρίσκεται κάτω από την επιδερμίδα και διατρέχει κατά μήκος και συμμετρικά και τις δύο πλευρές του σώματος του ψαριού. Σε μερικά ψάρια η γραμμή αυτή είναι έντονη και πολύ εμφανής, ενώ σε άλλα είναι αχνή και ανεπαίσθητη. Πρόκειται για κανάλια γεμάτα με βλέννα που μέσα τους υπάρχει μια σειρά οργάνων, οι νευρώνες (neuromasts) οι οποίοι επικοινωνούν με το εξωτερικό περιβάλλον. Αυτοί ανιχνεύουν κάθε αλλαγή πίεσης στο υδάτινο τους περιβάλλον και μεταδίδουν στον εγκέφαλο του ψαριού σήματα με μια ομοιόμορφη συχνότητα.
Η πλευρική γραμμή με τα εξειδικευμένα κύτταρά της ανιχνεύει τις δονήσεις στο νερό που ταξιδεύουν σαν κύματα διαφορετικής πίεσης και στέλνει στον εγκέφαλο τις ανάλογες πληροφορίες για ανάλυση. Με τον τρόπο αυτό τα ψάρια είναι κάθε στιγμή σε επαγρύπνηση. Καταλαβαίνουν πότε τα πλησιάζει κάτι που μπορεί να είναι εχθρός, να είναι λεία, ή να είναι οτιδήποτε. Η γραμμή αυτή είναι σημαντική για τη ζωή των ψαριών γιατί τα προειδοποιεί για την ύπαρξη άλλου ψαριού ή αντικειμένου, γιατί τα βοηθά στις κινήσεις και στη συμπεριφορά τους στο κοπάδι και κυρίως γιατί τους επιτρέπει να έχουν μια πιο ολοκληρωμένη αντίληψη του τι γίνεται στο χώρο γύρω τους. Με τη πλευρική γραμμή που έχουν ανιχνεύουν και εντοπίζουν τους θηρευτές τους ή άλλα ψάρια, βοηθούνται στο προσανατολισμό τους σε τελείως θολά ή με ισχυρά ρεύματα νερά και βοηθούνται στη μετακίνηση τους χωρίς να συγκρουστούν με κινητά και ακίνητα πλάσματα ή αντικείμενα δίπλα τους.
Στα ψάρια η σημαντικότερη από τις αισθήσεις τους είναι αποδεδειγμένα η όραση. Ακολουθεί η όσφρηση και η ακοή ενώ η γεύση και η αφή αποτελούν τις κατώτερες αισθήσεις αφού δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες.
Μια όμως και αναφερθήκαμε στις αισθήσεις των ψαριών, μία άλλη ερώτηση όλων, ψαράδων και φιλόζωων, είναι αν τα ψάρια νοιώθουν πόνο. Σε γενικές γραμμές ΝΑΙ τα ψάρια αισθάνονται τον πόνο αλλά δεν πονούν όπως οι άνθρωποι. Είναι ένα διαφορετικό συναίσθημα από αυτό που αισθάνονται οι άνθρωποι, αλλά εξακολουθεί να είναι ένα είδος πόνου. Σύμφωνα με την ανατομία των ψαριών, αυτά έχουν ένα είδος νευρώνων, τους γνωστούς ως «nociceptors», με τους οποίους ανιχνεύουν πιθανές επικίνδυνες καταστάσεις όπως οι υψηλές θερμοκρασίες, η μεγάλη πίεση και η ύπαρξη χημικών για να τα αποφύγουν. Έτσι η απάντηση είναι πως μπορεί να μην είναι «πόνος» αλλά είναι οπωσδήποτε μια δυσάρεστη κατάσταση!
Θαλάσσιο περιβάλλον και φως
Τα θαλάσσια περιβάλλοντα χαρακτηρίζονται από μια ιδιαίτερη πολυπλοκότητα. Λιγότερο από το 50% της ηλιακής ακτινοβολίας φτάνει σε βάθος μεγαλύτερο των δέκα μέτρων και λιγότερο από το 1% της ακτινοβολίας που φτάνει στην επιφάνεια του νερού, διεισδύει σε βάθος μεγαλύτερο των 50-60 μέτρων.
Έτσι χρησιμοποιώντας ως κριτήριο την ποσότητα του διαθέσιμου φωτός κατά βάθος, μπορούμε να διακρίνουμε τις παρακάτω υδάτινες ζώνες: (εικόνα 3)
α) την ευφωτική ζώνη που αρχίζει από την επιφάνεια του νερού μέχρι τα 100 μέτρα και είναι η περιοχή όπου οι φωτοσυνθετικοί οργανισμοί (φύκια-φυτά) μπορούν να πραγματοποιήσουν φωτοσύνθεση με συνέπεια την ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό τους. Στη συνέχεια αυτοί οι οργανισμοί αποτελούν την τροφή άλλων θαλάσσιων οργανισμών που με τη σειρά τους αποτελούν την τροφή των μεγαλύτερων ψαριών. Στη ζώνη αυτή είναι που λαμβάνει χώρα κατά περίπου 80% η αλιεία, επαγγελματική και ερασιτεχνική.
β) την ολιγόφωτη ζώνη που οριοθετείται από την κατώτερη επιφάνεια της ευφωτικής ζώνης και το βάθος των 300 μέτρων(100 – 300 μ.). Η περιοχή αυτή δέχεται αρκετό φως για να επιτρέψει στους οργανισμούς να δουν αλλά όχι αρκετό για να γίνει φωτοσύνθεση και
γ) την άφωτη (ή αφωτική) ζώνη που εκτείνεται σε βάθη μεγαλύτερα των 300-500 μέτρων όπου εκεί επικρατεί το απόλυτο σκοτάδι.
Διείσδυση φωτός
Τα ψάρια και άλλα υδρόβια ζώα ζουν σε διαφορετικό περιβάλλον φωτισμού από εκείνο των χερσαίων ειδών και πριν αρχίσουμε να μιλάμε για τα μάτια και την όραση τους είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τη διάχυση του φωτός σε σχέση με το αυξανόμενο βάθος. (Εικόνα 4)
Το νερό απορροφά το φως έτσι ώστε με αυξανόμενο το βάθος η διαθέσιμη ποσότητα φωτός να μειώνεται γρήγορα. Οι οπτικές ιδιότητες του νερού οδηγούν επίσης σε διαφορετικά μήκη κύματος φωτός που απορροφώνται και σε διαφορετικούς βαθμούς.
Λόγω της απορρόφησης, το φως γρήγορα εξαφανίζεται με την αύξηση του βάθους αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο σε όλα τα χρώματα. Για παράδειγμα, ορατό φως μεγάλων μηκών κύματος (π.χ. κόκκινο, πορτοκαλί) απορροφάται περισσότερο στο νερό από το φως μικρότερου μήκους κύματος (πράσινο, μπλε). Το υπεριώδες φως (έχει ακόμη μικρότερο μήκος κύματος από το ιώδες) μπορεί να διεισδύσει βαθύτερα από τα άλλα χρώματα. Έτσι το κόκκινο φως απορροφάται στα πρώτα 10-30 μέτρα, το πορτοκαλί περίπου στα 40 μ, το κίτρινο στα 30 με 60 μέτρα, το πράσινο περί τα 100 μ. και το μπλε με μωβ στα 150 μ.
Για το λόγο αυτό, όταν κάνουμε καταδύσεις βλέπουμε τους αστερίες σε μεγάλα βάθη να είναι μαύροι και επίσης για αυτό τα περισσότερα ψάρια των βαθέων υδάτων είναι κόκκινης απόχρωσης ή μαύρα, αφού η έλλειψη αντίληψης του κόκκινου φάσματος τα κάνει να φαίνονται μαύρα και επομένως λιγότερο ορατά σε άλλα αρπακτικά ψάρια. Ένα αρκετά διαφωτιστικό βιντεάκι με τα χρώματα σε σχέση με το βάθος θα δείτε στη διεύθυνση: https://youtu.be/AAJjdA6b4Ts.
Οι περισσότερες θάλασσες δεν είναι πεντακάθαρες λόγω της ύπαρξης του πλαγκτόν, της διαλυμένης ύλης από το βυθό, των αιωρούμενων σωματιδίων, των κυμάτων κ.α.
Σε νερά που ο βυθός έχει βλάστηση επικρατεί το πράσινο χρώμα ενώ σε μέρη με λασπώδη βυθό, το νερό εμφανίζεται συχνά καφε-κόκκινο. Στις περιοχές με μέτρια επίπεδα πλαγκτόν, το μπλε και το ιώδες φως απορροφώνται έντονα, ενώ τα πράσινα και κίτρινα μήκη κύματος πάνε και κυριαρχούν σε βαθύτερα νερά.
Το καθαρότερο νερό απορροφά τα ιώδη και τα κόκκινα κύματα περισσότερο από τα ενδιάμεσα μήκη κύματος και έτσι τα μπλε μήκη κύματος φτάνουν πιο βαθιά. Γι αυτό οι υποβρύχιες εικόνες από τον βαθύ ωκεανό είναι κορεσμένες με μπλε χρώμα.
Εκτός όμως από αυτές τις γενικές ιδιότητες του νερού, διαφορετικά στρώματα νερού απορροφούν φως διαφορετικών μηκών κύματος και λόγω των διαφορών στην αλατότητα και στη παρουσία διαφόρων υλών στο θαλασσινό νερό.
Η όραση στα ψάρια
Σύμφωνα με τον Jonathan Balcombe, το διάσημο βιολόγο και συγγραφέα του «What A Fish Knows», η όραση των ψαριών είναι πολύ πιο εξελιγμένη από ότι νομίζουμε και σε αυτή θα αναφερθούμε στη συνέχεια (εικόνα 5).
Τα ψάρια έχουν μάτια, τα περισσότερα μεγάλα μάτια, αλλά η όραση τους είναι διαφορετική από την όραση των ζώων της ξηράς και αυτό απλά γιατί οι φωτεινές ακτίνες συμπεριφέρονται διαφορετικά μέσα στο υδάτινο περιβάλλον που κατοικούν και δραστηριοποιούνται τα ψάρια. Η όραση των ψαριών περιπλέκεται από τη λειτουργία της στο θαλασσινό νερό αφού είναι ένα μέσο που κυμαίνεται από κρυστάλλινα καθαρά νερά μέχρι θολά, ακόμη και λασπώδη νερά.
Τα ψάρια λοιπόν ζουν συνέχεια μέσα σε ένα ευμετάβλητο και πολύ συχνά ομιχλώδες περιβάλλον. Είναι σαν να πάμε να έχουμε μπροστά μας ένα δάσος με πυκνά δένδρα με βροχή και ομίχλη και να προσπαθούμε να δούμε τι υπάρχει πιο πέρα!
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η περιεκτικότητα του σε ουσίες (σκόνη, σταγόνες βροχής, ομίχλης, χιονιού κλπ), η απορρόφηση, η διάθλαση και η διασκόρπιση του φωτός, καθορίζουν την ορατότητα μας δηλ. την απόσταση που βλέπουμε και η οποία μπορεί να είναι από μισό μέτρο μέχρι και χιλιόμετρα.
Τα ψάρια, όπως και άλλα σπονδυλωτά και πολλά ασπόνδυλα, έχουν αναπτύξει μηχανισμούς για να αντιλαμβάνονται το φως, που όπως προαναφέραμε γρήγορα εξαφανίζεται με βάθος, και να βλέπουν.
Τα ψάρια για να πιάσουν το θήραμα και για να επιζήσουν, βασίζονται κυρίως στην όραση τους και έχει με πειράματα εκτιμηθεί το τι μπορούν να δουν με βάση τη συμπεριφορά τους. Εκτός από το γεγονός ότι τα ψάρια μπορούν να δουν το θήραμά τους, αυτά μπορούν να δουν και μια σειρά από χρώματα καθώς έχουν τους δέκτες χρωμάτων και τα κατάλληλα κύτταρα στα μάτια τους. Πολλά είδη ψαριών μπορούν επίσης να δουν το υπεριώδες φως, το οποίο οι άνθρωποι δεν μπορούν. Έτσι όπως τα σκυλιά ακούνε ήχους που εμείς δεν ακούμε, έτσι και τα ψάρια βλέπουν πράγματα που εμείς δεν βλέπουμε.
Τα μάτια των ψαριών
Η δομή ενός ματιού ψαριού είναι παρόμοια με των ανθρώπων. (Σχήμα 6)
Η κυριότερη διαφορά τους είναι ότι τα ψάρια δεν διαθέτουν βλέφαρα και δακρυϊκό αδένα γιατί δεν τα έχουν ανάγκη αφού τα μάτια τους είναι συνεχώς μέσα στο νερό και δεν στεγνώνουν.
Τα μάτια και των ανθρώπων και των ψαριών έχουν κόρη, έχουν εξωτερικό κερατοειδή, έχουν ρυθμιζόμενη ίριδα, έχουν φακό και έχουν και αμφιβληστροειδή.
Αυτό σημαίνει πως τα ψάρια μπορούν να κοιτάζουν γύρω στο περιβάλλον τους με τον ίδιο τρόπο που μπορούμε και εμείς.
Όταν βουτάμε κάτω από το νερό χωρίς μάσκα, η όραση μας είναι φτωχή και θολή. Αν βάλουμε μάσκα, υπάρχει ένα στρώμα αέρα ανάμεσα στα μάτια μας και στο νερό και η όραση βελτιώνεται αισθητά. Το στρώμα αυτό του αέρα είναι απαραίτητο λόγω της διαφοράς στην πυκνότητα μεταξύ αέρα και νερού. Όσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά πυκνότητας μεταξύ δύο μέσων, τόσο μεγαλύτερη είναι η γωνία της διάθλασης ή η κάμψη του φωτός. Όταν το φως χτυπά τα μάτια μας στον αέρα, η διάθλαση συμβαίνει στον κερατοειδή χιτώνα και ο φακός στη συνέχεια εστιάζει τα φωτοευαίσθητα κύτταρα στον αμφιβληστροειδή που βρίσκονται στο πίσω μέρος του ματιού και αποτελούνται, όπως και των άλλων όντων, από ραβδία και κώνους. Τα κύτταρα κώνου επεξεργάζονται το φως της ημέρας και ξεχωρίζουν τα διάφορα χρώματα, ενώ τα ραβδία παρέχουν μόνο νυχτερινή όραση αφού αναγνωρίζουν μόνο τις διαφορές στην ένταση του φωτός και όχι τα χρώματα.
Τα μάτια των ψαριών, σε αντίθεση με τους σχετικά επίπεδους φακούς των ανθρώπων και των άλλων θηλαστικών, έχουν σφαιρικούς (στρογγυλούς) φακούς που προεξέχουν προς τα έξω, δίνοντάς τους έτσι μια μεγαλύτερη περιφερειακή όραση. (εικόνα 7)
Πως βλέπουν τα ψάρια;
Το φως ή η εικόνα, εισέρχεται στο μάτι από τον κερατοειδή και περνά μέσα από την κόρη για να φτάσει στον φακό.
Το σχήμα της κόρης ποικίλει και μπορεί να είναι π.χ. κυκλικό ή σχισμοειδές. Τα περισσότερα είδη ψαριών φαίνεται ότι έχουν σταθερό μέγεθος κόρης με εξαίρεση τους καρχαρίες και τα σαλάχια που έχουν μια μυώδη ίριδα που επιτρέπει τη αυξομείωση της διαμέτρου της.
Ο σφαιρικός φακός των ψαριών είναι πυκνός και έχει δείκτη διάθλασης περίπου 1,67, που είναι ο υψηλότερος δείκτης από οποιοδήποτε άλλο σπονδυλωτό ζώο. Αυτά τα χαρακτηριστικά του φακού είναι που του επιτρέπουν να κάμπτει τις ακτίνες φωτός ώστε να μπορούν να εστιάζονται στον αμφιβληστροειδή όπως επίσης και να του παρέχουν ένα πολύ πιο ευρύτερο οπτικό πεδίο από το δικό μας και τα κάνουν να βλέπουν καθαρά μέσα στο νερό.
Μόλις το φως περάσει από το φακό, μεταδίδεται διαμέσου ενός διαφανούς υγρού και φτάνει στον αμφιβληστροειδή που περιέχει τους φωτοϋποδοχείς. Όπως σε όλα τα σπονδυλωτά, οι φωτοϋποδοχείς βρίσκονται στο εσωτερικό στρώμα, κατά τέτοιο τρόπο ώστε το φως να πρέπει να περάσει από τα στρώματα άλλων νευρώνων πριν φτάσει σε αυτά.
Οι άνθρωποι, τα θηλαστικά και τα πτηνά εστιάζουν τις ακτίνες φωτός στον αμφιβληστροειδή αλλάζοντας αυτόματα το σχήμα του φακού. Όμως σύμφωνα με τη φυσική για να διατηρηθεί ένας δείκτης διάθλασης 1,67 που έχουν τα ψάρια, απαιτείται ένας πυκνότερος και πιο στρογγυλός φακός. Έτσι τα ψάρια που δεν έχουν τη δυνατότητα αλλαγής του σχήματος για να εστιάσουν στο αντικείμενο, μετακινούν τη θέση του φακού με δύο ειδικά για αυτό το σκοπό μύες, όπως γίνεται και στις φωτογραφικές μηχανές με αντανακλαστικό φακό (SLR). Παρόμοιο μηχανισμό διαθέτουν και τα μάτια των φιδιών.
Λόγω των οπτικών περιορισμών στον κόσμο τους, τα ψάρια συνήθως κολυμπούν με το φακό σπρωγμένο από ένα εξειδικευμένο μύα προς τα εμπρός, αφού η θέση αυτή παρέχει τη καλύτερη όραση ακόμη και στα κοντινά τους αντικείμενα. Για να δουν τώρα αντικείμενα πιο μακριά ο φακός τραβιέται προς τα πίσω από ένα άλλο μύα.
Η ευκολία πραγματοποίησης αυτής της διαδικασίας ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των διαφόρων ειδών ψαριών και εξαρτάται κυρίως από το περιβάλλον που ζουν και το ρόλο τους. Οι καρχαρίες, για παράδειγμα, κολυμπούν συνήθως με το φακό τους τραβηγμένο πίσω, δίνοντάς τους τη βέλτιστη θέα σε απομακρυσμένο περιβάλλον, χρήσιμο για ένα ψάρι που τρέχει συνεχώς.
Επίσης, όπως οι άνθρωποι έχουν μια αντανακλαστική κίνηση των ματιών για να σταθεροποιήσουν τις εικόνες στον αμφιβληστροειδή όταν κινούν το κεφάλι, έτσι και τα ψάρια έχουν αντανακλαστικούς μύες που σταθεροποιούν τις εικόνες στον αμφιβληστροειδή όταν αυτά μετακινούν το κεφάλι ή την ουρά τους.
Ανακεφαλαιώνοντας οι φακοί των ματιών των ψαριών είναι κυρίως σφαιρικοί, σε μερικά είδη είναι ελαφρώς ελλειπτικοί ή πεπλατυσμένοι και έχουν όλοι υψηλή διαθλαστική ικανότητα αφού ο κερατοειδής βρίσκεται σε άμεση επαφή με το νερό.
Δημιουργία εικόνας
Ο αμφιβληστροειδής λοιπόν περιέχει τους φωτουποδοχείς που έχουν κύτταρα ραβδία (rod cells) και κύτταρα κώνους (cone cells) και χρησιμοποιεί πάρα πολύ οξυγόνο σε σύγκριση με τους άλλους ιστούς του ψαριού. Δηλαδή, το μάτι του ψαριού τροφοδοτείται με άφθονο οξυγονωμένο αίμα για να εξασφαλίσει τη βέλτιστη απόδοση. Επιπλέον, ο αμφιβληστροειδής έχει την ικανότητα να αναγεννιέται σε περίπτωση που τραυματιστεί.
Τα ραβδία κύτταρα που είναι πιο μακρουλά και κυλινδρικά, ευρίσκονται στην εξωτερική πλευρά του αμφιβληστροειδούς, παρέχουν υψηλή οπτική ευαισθησία και είναι υπεύθυνα για την όραση σε χαμηλό φωτισμό.
Τα κύτταρα κώνου είναι κοντόχοντρα, ευρίσκονται στο μέσον του πίσω μέρους του αμφιβληστροειδούς, παρέχουν υψηλότερη χωρική και χρονική ανάλυση από ότι τα ραβδία και επιτρέπουν τη δυνατότητα της έγχρωμης όρασης συγκρίνοντας τις απορροφήσεις σε διάφορους τύπους κώνων που είναι πιο ευαίσθητοι σε διαφορετικά μήκη κύματος. Τα κύτταρα λοιπόν αυτά είναι υπεύθυνα για την έγχρωμη όραση όπως και για την όραση σε άπλετο φως.
Η κατανομή των φωτοϋποδοχέων στον αμφιβληστροειδή δεν είναι ομοιόμορφη και ορισμένες περιοχές έχουν υψηλότερη πυκνότητα κυττάρων κώνου από ραβδία (σαν μωσαικό). Ορισμένα ψάρια μπορεί να έχουν δύο ή και τρεις περιοχές εξειδικευμένες για μια υψηλή οξύτητα (π.χ. για σύλληψη θήρας) ή για ευαισθησία (π.χ. από το αχνό φως που προέρχεται από κάτω). Η κατανομή μπορεί επίσης να μεταβληθεί με την πάροδο του χρόνου κατά την ανάπτυξη του ψαριού. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν το είδος μετακινείται συνήθως μεταξύ διαφορετικών συνθηκών φωτός κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του (π.χ. από ρηχά σε βαθιά νερά ή γλυκού νερού προς τον ωκεανό).
Ο λόγος των ραβδίων προς τους κώνους εξαρτάται από την οικολογία των συγκεκριμένων ειδών ψαριών, π.χ. εκείνοι που δραστηριοποιούνται κυρίως κατά τη διάρκεια της ημέρας σε καθαρά νερά θα έχουν περισσότερους κώνους από αυτά που ζουν σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού.
Για πιο καλή όραση ιδίως σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού, ορισμένα είδη, νυκτερινά ψάρια και καρχαρίες, έχουν πίσω από τον αμφιβληστροειδή μία μεμβράνη (tapetum lucidum). Είναι δηλ. ένα τοίχωμα που δρα σαν ανακλαστικό στρώμα, που ανακλά ξανά προς τον αμφιβληστροειδή τις ακτίνες φωτός που πέρασαν από μέσα του για να βελτιωθεί η όραση. Αυτό δρα σαν ενισχυτής και ενισχύει την ευαισθησία σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού (είναι πολύ χρήσιμο στα νυκτόβια και στα βαθέων υδάτων είδη), δίνοντας στα φωτόνια μια δεύτερη ευκαιρία να συλληφθούν από τους φωτοϋποδοχείς.
Επίσης υπάρχουν ψάρια που εκπέμπουν φως για να εντοπίσουν την αντανάκλαση στα μάτια άλλων ψαριών που έχουν τη μεμβράνη αυτή. Αυτή δε η μεμβράνη είναι που επιτρέψει στους ψαράδες να εντοπίζουν τα ψάρια αυτά από μακριά γιατί αυτή αντανακλά το φως του προβολέα ή φακού μας και το βλέπουμε.
Παρόμοιο σύστημα έχουν και οι γάτες και λίγο πολύ όλοι κατά τη νυχτερινή οδήγηση έχουμε δει πως φαίνονται τα μάτια μιας γάτας στο σκοτάδι (εικόνα 8).
Έγχρωμη όραση
Η παρουσία οπτικών κυττάρων κώνου και φωτοευαίσθητων χρωστικών ουσιών υποδηλώνει ότι τα ψάρια διακρίνουν χρώματα γεγονός που έχει επιβεβαιωθεί και με εργαστηριακά πειράματα. Τα περισσότερα είδη ψαριών έχουν λοιπόν αποδεδειγμένα έγχρωμη όραση, ορισμένα είδη μπορούν να δουν και την υπεριώδη ακτινοβολία και μερικά άλλα έχουν ευαισθησία στο πολωμένο φως.
Η έγχρωμη εικόνα στα ψάρια δημιουργείται από τέσσερις οπτικές χρωστικές ουσίες στους κώνους που κάθε μια απορροφά διαφορετικά μήκη κύματος του φωτός. Κάθε χρωστική ουσία περιέχει από ένα χρωμοφόρο μόριο και μια διαμεμβρανική πρωτεΐνη (opsin) οι μεταλλάξεις της οποίας επιτρέπουν την οπτική ποικιλομορφία. Ανάλογα λοιπόν με το ποια μήκη κύματος φωτός μπορούν να διεισδύσουν μέσα στο νερό, το φως καθορίζει σε σημαντικό βαθμό ποια χρώματα μπορούν να δουν τα ψάρια και πώς τα δικά τους χρώματα φαίνονται στα μάτια των άλλων ψαριών. Για παράδειγμα, στη μετακίνηση ψαριών από τα παράκτια ύδατα προς τα ανοικτά των ακτών, οι χρωστικές του αμφιβληστροειδούς μετατρέπονται από ευαίσθητες στο πράσινο, σε ευαίσθητες στο μπλε. Είναι μια αλλαγή που αντικατοπτρίζει και το πώς το χρώμα του νερού αλλάζει σε αυτά τα τμήματα του ωκεανού.
Η έγχρωμη όραση είναι πιο χρήσιμη σε περιβάλλοντα που έχουν ευρύτερο φάσμα μηκών κύματος, π.χ. κοντά στην επιφάνεια σε καθαρά νερά και όχι σε βαθύτερα νερά όπου υπάρχει μόνο μια στενή ζώνη μήκους κύματος. Επίσης υπάρχουν μερικά ψάρια, όπως χονδροιχθύες (σαλάχια-καρχαρίες) και άλλα μεγάλα ψάρια, που έχουν μόνο ραβδία κύτταρα με συνέπεια να μην μπορούν να δουν χρώματα.
Μέχρι σήμερα υπάρχουν αναφορές πως τα χρώματα όπως το άσπρο, μαύρο, κόκκινο, πράσινο, κίτρινο και μπλε είναι πλήρως διακριτά κυρίως από μεγαλόσωμα είδη ψαριών. Μάλιστα ορισμένα δείχνουν περισσότερη προτίμηση σε συγκεκριμένα χρώματα από ότι σε άλλα, με το κόκκινο να είναι το πιο αρεστό χρώμα αφού συνδυάζεται σχεδόν από την πλειοψηφία των ψαριών με τη λεία και το φαγητό.
Όραση ψαριών σε διάφορα βάθη και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά
Τα περισσότερα ψάρια έχουν τα μάτια στις πλευρές του κεφαλιού τους, έτσι ώστε να έχουν ένα μεγάλο οπτικό πεδίο, για να βλέπουν και να αποφεύγουν τα άλλα αρπακτικά, ενώ τα αρπακτικά ψάρια (κυνηγοί άλλων ψαριών) έχουν τα μάτια μπροστά στο κεφάλι τους για να έχουν καλύτερη αντίληψη της απόστασης και του βάθους. Τα αρπακτικά πατόψαρα όπως π.χ. οι γλώσσες, τα σαλάχια κ.α. έχουν τα μάτια διευθετημένα έτσι ώστε να βλέπουν πολύ καλά ότι είναι προς τα πάνω. Επίσης τα περισσότερα είδη βλέπουν μόνο κοντά, ενώ μακριά δεν μπορούν να διακρίνουν τίποτα. Άλλα πάλι είδη βλέπουν πολύ μακριά και δυσκολεύονται σε κοντινές αποστάσεις.
Σημαντικό στοιχείο στην όραση των ψαριών αποτελεί η γωνία θέασης. Το πεδίο όρασης των περισσοτέρων ψαριών είναι 160 -170 μοίρες οριζόντια και 180 μοίρες κάθετα. Επίσης μπροστά από το ψάρι, ένα πεδίο 20-30 μοιρών καλύπτεται και από τους δύο οφθαλμούς. Επίσης υπάρχουν και ψάρια που βλέπουν σε μεγαλύτερη έκταση ορισμένα δε και 360 μοίρες περιφερειακά (π.χ. καρχαρίες) με εξαίρεση ένα πολύ μικρό σημείο πίσω τους.
Τα μάτια του κάθε ψαριού είναι προσαρμοσμένα ανάλογα με τον τρόπο και τον τόπο που ζουν (εικόνα 9) και η όραση των ψαριών διαφέρει αρκετά από είδος σε είδος αφού παρουσιάζει μια εξελικτική προσαρμογή στο περιβάλλον που ζουν.
Άλλα μάτια έχουν προσαρμοστεί για ζωή σε περιοχές που εισχωρεί αρκετό ηλιακό φως (επιπελαγικά), άλλα για ζωή σε περιοχές όπου η ποσότητα του διαθέσιμου ηλιακού φωτός δεν επαρκεί για τη στήριξη της φωτοσύνθεσης (μεσοπελαγικά) και ζουν πάντα σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού, ενώ αυτά που ζουν σε πολύ βαθιά νερά έχουν μάτια που είναι προσαρμοσμένα για σκοτεινό περιβάλλον.
Τα ψάρια που ζουν στα επιφανειακά νερά, μέχρι βάθος 100 μέτρων, τα γνωστά επιπελαγικά ψάρια, χρησιμοποιούν πρωτίστως την όραση τους για τη σύλληψη της θήρας και για να αποφύγουν τα άλλα ψάρια που τα κυνηγούν. Αυτά τα ψάρια της ευφωτικής (εύφωτης) ζώνης συνήθως δεν προσαρμόζονται εύκολα σε εξαιρετικά χαμηλές συνθήκες φωτισμού. Μερικά παραδείγματα ψαριών που ζουν σε αυτό το βάθος είναι η ρέγγα, το σκουμπρί, ο τόνος και οι περισσότεροι καρχαρίες. (σχήμα 3)
Το επόμενο επίπεδο που είναι γνωστό σαν μεσοπελαγική ζώνη εκτείνεται μέχρι τα 200 με 300 μέτρα, αποτελεί την ολιγόφωτη ζώνη. Εκεί τα επίπεδα φωτός μειώνονται σημαντικά και ως εκ τούτου τα ψάρια που ζουν εκεί έχουν μεγάλα μάτια, μεγάλες κόρες και μεγάλους φακούς, για να έχουν ευαισθησία ακόμη και στα μικρότερα φωτεινά σήματα. Πολλά από τα είδη εκεί ήδη έχουν μάτια που κοιτάζουν προς τα πάνω για να εντοπίζουν τις σιλουέτες ψαριών που σκιαγραφούνται μέσα στο αχνό φως πάνω τους (σαλάχια κλπ). Ορισμένα ψάρια από αυτά που ζουν σε πιο βαθιά νερά, έχουν σωληνωτά μάτια με μεγάλους φακούς και τον αμφιβληστροειδή τους να περιέχει μόνο κύτταρα ραβδίων, που κοιτάζουν προς τα πάνω. Αυτά δίνουν μια διόφθαλμη όραση (σαν από κιάλια) και έχουν πολύ μεγάλη ευαισθησία ακόμη και σε πολύ μικρά φωτεινά σήματα. Αυτή η προσαρμογή του ματιού τους δίνει μια βελτιωμένη όραση σε βάρος της πλευρικής και επιτρέπει στο ψάρι να αρπάξει π.χ. τα καλαμάρια, τις σουπιές και άλλα μικρότερα ψάρια που σκιαγραφούνται στο περιβάλλον πάνω τους, αλλά δεν βλέπουν χρώματα.
Ορισμένα πάλι είδη ψαριών είναι εξοπλισμένα με μεγάλους, σωληνωτούς φακούς που έχουν μόνο χρωστικά ραβδία κύτταρα για να βλέπουν μέσα σε ένα εξαιρετικά αχνό φως, που αποτελείται από μπλε φως πολύ μικρού μήκους κύματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ψάρι-τηλεσκόπιο (Gigantura) στην (εικόνα 10), το οποίο έχει στην κορυφή του κεφαλιού του σωληνοειδή μάτια που συνήθως κοιτάζουν προς τα πάνω για να ξεχωρίζουν τις σιλουέτες των ψαριών και να ανιχνεύουν τις παραμικρές κινήσεις από τη σκοτεινιά πάνω τους. Άλλα ψάρια που ζουν σε αυτή τη ζώνη είναι οι πεσκανδρίτσες, ο τόνος (Bigeye Tuna) κ.α.
Κάτω από τα 300 με 500μ βάθος, το περιβάλλον είναι τελείως σκοτεινό και μαύρο αφού κανένα φως από την επιφάνεια δεν μπορεί να φτάσει εκεί και το στρώμα κάτω από τα 500μ είναι γνωστό ως βαθυπελαγική ή ζώνη μεσονυκτίου και εκεί βρίσκονται τα βαθυπελαγικά ψάρια.
Στα πολύ βαθιά αυτά νερά (πάνω από 500 μ.) τα ψάρια δεν είναι δραστήρια, είναι νωχελικά και προσαρμοσμένα να ζουν σε ένα περιβάλλον με ελάχιστη τροφή και φυσικά χωρίς ηλιακό φως. Η βιοφωταύγεια είναι το μόνο διαθέσιμο φως σε αυτά τα βάθη. Αυτή η έλλειψη φωτός σημαίνει ότι τα ψάρια αυτά πρέπει να βασίζονται σε άλλες αισθήσεις εκτός από την όραση. Τα μάτια τους είναι είτε μικρά είτε έχουν εκφυλιστεί και μπορεί να μην λειτουργούν καθόλου. Σε αυτήν την περίπτωση, οι φακοί των ματιών τους είναι πολύ μεγάλοι σε σύγκριση με το υπόλοιπο μάτι, κάτι που δεν τους επιτρέπει να σαφείς εικόνες και, επιπλέον, μπορούν να ανιχνεύσουν μόνο αντικείμενα που βρίσκονται κοντά τους. Τα ψάρια που ζουν εδώ έχουν εξαιρετικά εξειδικευμένες προσαρμογές για να αντιμετωπίσουν την έλλειψη φωτός και της υψηλής πίεσης. Τα ψάρια στη ζώνη αυτή δεν βασίζονται στην όραση, αλλά λειτουργούν στην αίσθηση της όσφρησης, του ήχου και κυρίως των λειτουργιών της πλευρικής τους γραμμής.
Εκτός των πολύ βαθέων υδάτων ψαριών υπάρχουν και άλλα που έχουν τη δυνατότητα να παράγουν το δικό τους φως (βιοφωταύγεια) αλλά αυτό είναι για να κυνηγήσουν ή για να βρουν σύντροφο όπως τα Anglerfish το καλαμάρι κ.α. (εικόνα 11)
Τέλος υπάρχουν και ψάρια που βρίσκονται σε μεγάλα βάθη και που ζουν κυρίως σε σπηλιές, τα οποία στερούνται οφθαλμών (τα είδη του γένους Astyanax).
Προσαρμογές των ματιών για καλύτερη όραση
Όπως έχετε αντιληφτεί, η όραση στα ψάρια είναι πολύ πιο περίπλοκη από ό, τι φαίνεται, αφού το νερό καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ανατομία του ματιού και τις προσαρμογές του. Η προσαρμοστική δε ικανότητα των ψαριών είναι τόσο μεγάλη που πολλά είδη όπως π.χ. κάποια μεταναστευτικά είδη, αλλάζουν την ανατομία του ματιού ανάλογα με το περιβάλλον.
Ένα είδος ψαριού που μεταναστεύει από ποτάμια στη θάλασσα, έχει μια διαφορετική χρωστική ουσία για κάθε περιβάλλον. Στο γλυκό νερό είναι κόκκινη (porphiropsin ) και στη θάλασσα είναι μπλε, η ροδοψίνη (rhodopsin). Τα χέλια και μερικά άλλα είδη τροποποιούν τα μάτια τους ανάλογα με τον οικότοπο. Όταν είναι έτοιμα να ξεκινήσουν τη μετανάστευση στη θάλασσα, η διάμετρος του ματιού διπλασιάζεται, αυξάνεται το μέγεθος του φακού και αυξάνεται σημαντικά ο αριθμός των κώνων (έχουν μόνο το 3% των φωτοϋποδοχέων πριν τη μετανάστευση).
Ορισμένα είδη, όπως το ιπτάμενο ψάρι του Ατλαντικού (Cypselurus heterurus) σαν το χελιδονόψαρο μας, έχουν μάτια προσαρμοσμένα για να βλέπουν και στον αέρα. Για να έχουν καλή όραση έξω από το νερό, ο κερατοειδής, αντί να είναι σφαιρικός, έχει ένα τριγωνικό σχήμα με τρεις πεπλατυσμένες ζώνες. Ένα άλλο ψάρι με εξαιρετική προσαρμογή στην υδάτινη και την εναέρια όραση είναι το ψάρι με τέσσερα μάτια (Anableps anableps). Αυτό το ψάρι είναι είδος του γλυκού νερού που όταν κολυμπά έχει το πάνω μισό του κάθε ματιού έξω από το νερό και το άλλο μισό μέσα στο νερό. Τα μάτια και οι φακοί τους είναι εξαιρετικά ασύμμετρα, έτσι ώστε να μπορούν να βλέπουν πολύ καλά και μέσα και έξω από το νερό.
Ορισμένα άλλα είδη ψαριών έχουν εντυπωσιακά περίεργες προσαρμογές στα μάτια τους όπως το Limnichthys fasciatus που είναι ένα μικρό ψάρι που ζει σε ρηχά και με αρκετό φώς νερά. Το ψάρι αυτό χώνεται στην άμμο και αφήνει μόνο τα μάτια έξω από την άμμο. Ο αμφιβληστροειδής τους είναι πολύ παχύς, αλλά σε ένα σημείο του παρουσιάζει μια απότομη στένωση η οποία μεγεθύνει τις εικόνες από αυτό το σημείο. Με άλλα λόγια, αυτό το ψάρι έχει τηλεσκοπική όραση. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τις «κατσούλες, χτένια ή παπαγαλάκια» που έχουμε σε αφθονία στα νερά μας.
Ψάρια κυνηγοί, όπως π.χ. ο λούτσος, έχουν καλή όραση σε μακρινές αποστάσεις ενώ κοντά ελάχιστη. Αυτός είναι και ο λόγος αστοχίας τους την τελευταία στιγμή.
Προσαρμογή της όρασης στο σκοτάδι
Επειδή πολλά είδη ψαριών τρέφονται τόσο με το φως όσο και με το σκοτάδι, έχουν ένα μηχανισμό προσαρμογής του οπτικού τους συστήματος. Η προσαρμογή αυτή γίνεται σε δύο φάσεις. Η πρώτη φάση οφείλεται κυρίως στην ευαισθησία των κώνων, ενώ στη δεύτερη φάση επικρατούν τα ραβδία κύτταρα για την όραση.
Στα ψάρια, ο φακός εκτείνεται διαμέσου της κόρης, έτσι ώστε να μην μπορούν να προσαρμοστούν στα επίπεδα φωτός αναποδογυρίζοντας και διευρύνοντας την κόρη όπως γίνεται στους ανθρώπους. Αντί αυτού, υποβάλλονται σε μια συγχρονισμένη μετατόπιση των ραβδίων, των κώνων και των σκούρων κόκκων χρώματος. Σε έντονο φως, οι κόκκοι χρώματος μετακινούνται προς τα εξωτερικά τμήματα των ραβδίων και των κώνων, ενώ τα ραβδία μετακινούνται προς τα πίσω και μπαίνουν μέσα στην χρωστική ουσία για προστασία από τις φωτεινές ακτίνες. Ταυτόχρονα οι κώνοι κινούνται προς τα φωτεινά μέρη για να βελτιωθεί η έγχρωμη όραση. Αντιθέτως, σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού, τα ραβδία κινούνται προς το φως και οι κώνοι απομακρύνονται. Αυτή η διαδικασία προσαρμογής απαιτεί περίπου 30 με 60 λεπτά για να ολοκληρωθεί και αυτός είναι ο λόγος που όταν φωτίσεις τη νύχτα ψάρια με έντονο φως αυτά παγώνουν και ακινητοποιούνται.
Στο ψάρι ζέμπρα (Danrio rerio), για παράδειγμα, η πρώτη φάση διαρκεί 6 λεπτά και η ευαισθησία της όρασης οφείλεται κυρίως στους κώνους κύτταρα. Μετά από αυτό το χρονικό διάστημα, η ευαισθησία της όρασης οφείλεται στα ραβδία κύτταρα. Ωστόσο, τα ραβδία χρειάζονται 20 λεπτά να μείνουν σε σκοτεινό περιβάλλον για να αποδώσουν καλά.
Άλλα πάλι είδη είναι σε θέση να βλέπουν καλά σε φωτεινές συνθήκες, καλύπτοντας τους φωτουποδοχεις με ένα σκούρο στρώμα χρωστικής ανάλογα με τη φωτεινότητα.
Σε πολλά ψάρια, η ίριδα δεν μπορεί να συσπαστεί, έτσι ώστε η κόρη του ματιού να μην μπορεί να κλείσει όταν η ένταση του φωτός αυξάνεται. Για να αποφευχθεί αυτή η υπερ-έκθεση, τα κύτταρα του φωτοϋποδοχέα, τα ραβδία και οι κώνοι αλλάζουν το σχήμα τους και μελανοσώματα (οργανίδια χρωστικής) διατάσσονται έτσι ώστε να κάνουν “σκιά”. Η αντίθετη διαδικασία συμβαίνει όταν έχουμε ελάχιστο φως.
Ορισμένα είδη ψαριών έχουν δύο ομάδες κώνων στους αμφιβληστροειδείς, τους δίδυμους και τους μονούς κώνους κυττάρων. Οι δίδυμοι (είναι και πιο μεγάλοι) κώνοι περιέχουν μια οπτική χρωστική ουσία που είναι πιο ευαίσθητη στα μήκη κύματος φωτός που ονομάζουμε πορτοκαλί-κόκκινο, ενώ οι μονοί κώνοι έχουν μια χρωστική που είναι πιο ευαίσθητη στο πράσινο. Έτσι, επιτυγχάνεται μια καλύτερη διάκριση μεταξύ κόκκινου και πράσινου. Άλλα ψάρια έχουν πολύ λίγα κύτταρα κώνου και αυτό σημαίνει ότι η έγχρωμη όραση είναι ελάχιστη και φυσικά τα ψάρια αυτά είναι πιο ενεργά στο σκοτάδι δηλ. τις νυχτερινές ώρες.
Οι κοραλλιογενείς ύφαλοι εμφανίζονται σε ρηχές θάλασσες όπου τα περισσότερα μήκη κύματος εξακολουθούν να διεισδύουν και εδώ τα ψάρια βλέπουν μια σχετικά μεγαλύτερη ποικιλία χρωμάτων από το ορατό φάσμα (σε σύγκριση με τα ψάρια βαθέων υδάτων), συμπεριλαμβανομένου του υπεριώδους (UV), το οποίο το ανθρώπινο μάτι δεν μπορεί να δει. Στις περιοχές αυτές οι άνθρωποι τείνουν να βλέπουν περισσότερα από τα χρώματα μεγάλου μήκους κύματος (κόκκινα, πορτοκαλί και κίτρινα), ενώ δεν αντιλαμβάνονται τις διαφορετικές αποχρώσεις του μπλε, ενώ τα ψάρια αντιλαμβάνονται πολύ και τις αποχρώσεις του μπλέ. Ένας κοραλλιογενής ύφαλος δεν μπορεί ως εκ τούτου να φαίνεται ζωντανός σε ένα ψάρι όπως γίνεται σε μας. Στην πραγματικότητα, στα μάτια ενός ψαριού, το κίτρινο είναι ίσως ένα αποτελεσματικό χρώμα για να καμουφλαριστεί. Για παράδειγμα, μερικά ψάρια, έχουν χρώματα σε κίτρινες και μπλε λωρίδες που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση – ένας συνδυασμός που είναι πολύ εμφανής σε εμάς ενώ σε ένα άλλο ψάρι το κίτρινο θα ανακατευόταν με το υπόβαθρο των κοραλλιών. Τα ψάρια έχουν επίσης σχετικά φτωχότερες ικανότητες για να ξεχωρίσουν τις λεπτομέρειες ενός έγχρωμου σχήματος σε σύγκριση με τους ανθρώπους.
Ο χρωματισμός στο σώμα των ψαριών και η έγχρωμη εικόνα (όραση) που βλέπουν βοηθούν τα ψάρια να επικοινωνούν μεταξύ τους, με τους φίλους τους, τους ανταγωνιστές και τους συντρόφους τους, να κρύβονται από τους θηρευτές και να ψάχνουν για τη τροφή τους. Όταν τα ψάρια κοιμούνται, τα χρώματα τους είναι πιο αχνά και δεν κολυμπούν κοπαδιαστά.
Τα ψάρια αποκρίνονται σε όλα τα εξωτερικά ερεθίσματα (χημικά, φυσικά, βιολογικά) με κίνηση, αλλαγή στο χρώμα ή στην εμφάνιση και έκκριση ουσιών για άμυνα ή προσέλκυση του αντιθέτου φύλου. Μια από τις πιο σημαντικές αποκρίσεις είναι αυτή που ονομάζεται «φωτοτακτισμός» (σχήμα 12 ) που είναι ο προσανατολισμός τους σε σχέση με το φως (θετικός-αρνητικός).
Στο θετικό φωτοτακτισμό τα ψάρια κινούνται προς το φως κατά τη διάρκεια της νύχτας ενώ στον αρνητικό φωτοτακτισμό τα μεσοπελαγικά ψάρια έχουν κάθετες μετακινήσεις στις οποίες παρατηρείται υπερσυγκέντρωση τη νύχτα στην επιφάνεια και επιστροφή στα μεγάλα βάθη το πρωί. Αυτά όλα παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή των ψαριών, αφού τα ψάρια είναι οργανισμοί που εξαρτώνται πολύ από τα φωτεινά ερεθίσματα και προτιμούν συγκεκριμένη ένταση και χρώμα φωτός. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία στην τεχνική του ψαρέματος και τυγχάνει εκμετάλλευσης στα ιχθυοτροφεία.
Υπεριώδης (UV) ακτινοβολία
Μια μετάλλαξη της πρωτείνης στη χρωστική SWS-1 επιτρέπει σε ορισμένα μάτια να απορροφήσουν το υπεριώδες φως, έτσι ώστε να μπορούν να δουν αντικείμενα που αντανακλούν το υπεριώδες φως. Τουλάχιστον 100 είδη από 26 οικογένειες ψαριών μπορούν να ανιχνεύσουν την υπεριώδη (UV) ακτινοβολία.
Η όραση με υπεριώδη ακτινοβολία UV σχετίζεται με την ανίχνευση πλαγκτόν, την αναζήτηση τροφής και θηραμάτων, ανίχνευση αρπακτικών, την επικοινωνία με άλλα ψάρια και κυρίως την επιλογή του συντρόφου. Η υπεριώδης όραση χρησιμοποιείται μερικές φορές μόνο κατά τη διάρκεια ενός μέρους του κύκλου ζωής ενός ψαριού. Για παράδειγμα, οι νεαρές πέστροφες ζουν σε ρηχά νερά όπου χρησιμοποιούν υπεριώδη όραση για να αυξήσουν την ικανότητά ανίχνευσης του ζωοπλαγκτόν. Καθώς όμως μεγαλώνουν και κινούνται σε βαθύτερα νερά όπου υπάρχει μικρός υπεριώδης φωτισμός, η ικανότητα αυτή εξαφανίζεται..
Αρκετά είδη κοσμούνται με χρώματα και μοτίβα που αντανακλούν την υπεριώδη ακτινοβολία και μπορούν να παρατηρηθούν μόνο από ψάρια εξοπλισμένα με μάτια που διαθέτουν τις απαραίτητες φωτοευαίσθητες χρωστικές ουσίες. Την αντανάκλαση αυτή τη χρησιμοποιούν ως σήμα συναγερμού προς άλλα ψάρια του είδους τους, για επικοινωνία μεταξύ τους, για να συντονίσουν τις κινήσεις τους με τα άλλα ψάρια του κοπαδιού και για να στείλουν σεξουαλικά σήματα. Επίσης υπάρχουν και ψάρια που παράγουν υπεριώδη φωτισμό για να κρυφτούν από τους κυνηγούς τους.
Πολωμένο φως
Ορισμένα είδη ψαριών όπως π.χ ο γαύρος και άλλα μεταναστευτικά είδη ανιχνεύουν το πολωμένο φως και παίρνουν πληροφορίες κατεύθυνσης. Το πολωμένο φως είναι πιο άφθονο την αυγή και το σούρουπο και το πολωμένο φως που αντανακλάται από τα λέπια του ψαριού επιτρέπει σε άλλα ψάρια να το ανιχνεύσουν καλύτερα και να δώσει χρήσιμες πληροφορίες για την μετακίνηση των ψαριών όπως πχ για την απόσταση από τα άλλα και για τον προσανατολισμό τους σε σχέση με τα γειτονικά ψάρια.
Το τι βλέπουν τα ψάρια μέσα από το πολωμένο φως είναι πολύ χρήσιμο για την επισήμανση του πλαγκτόν και των διάφορων διαφανών σωμάτων όπως είναι οι μέδουσες κλπ
Τι βλέπει ένα ψάρι;
Τα καλά αναπτυγμένα μάτια των ψαριών περιέχουν αισθητήρια κύτταρα στον αμφιβληστροειδή για να σχηματίσουν λεπτομερείς και έγχρωμες εικόνες. Όμως τα μάτια είναι απλά υποδοχείς και ο εγκέφαλος πρέπει να ερμηνεύσει αυτές τις εικόνες. Ένα τμήμα του εγκεφάλου συγκεντρώνει κομμάτια πληροφοριών σχετικά με την κίνηση, το σχήμα, το χρώμα και άλλα και στη συνέχεια δημιουργεί ένα είδος σύνθετης εικόνας που ενημερώνει τον εγκέφαλο για πιθανές ενέργειες – να φύγει από ένα μεγάλο αρπακτικό ζώο. να μετακινηθεί λίγο πιο κοντά για να επιθεωρήσει την πιθανή λεία, να αγνοήσει ένα φύκι ή εμπόδιο, να ξεκινήσει μια επίθεση, κοκ
Οι άνθρωποι διαθέτουν μεγάλα τμήματα του μεγάλου εγκεφάλου τους για την ανάλυση των οπτικών εικόνων και την αποθήκευση τους στη μνήμη, ενώ στα ψάρια οι εγκέφαλοι είναι πολύ μικροί (εικόνα 13).
Συμπερασματικά ακόμη και τα πιο αρπακτικά ψάρια “βλέπουν” μόνο απλοποιημένες εικόνες, όπως βασικά σχήματα, μεγέθη, κινήσεις και χρωματικές επισημάνσεις γνωστών αντικειμένων και οργανισμών. Δεν μπορούν να ανιχνεύσουν μικρο-λεπτομέρειες ή το ακριβές χρώμα, ούτε μπορούν να συσχετίσουν αυτό το σχήμα με μια δυσάρεστη εμπειρία, όπως το ψάρεμα.
Ευτυχώς για εμάς τους ψαράδες, τα ψάρια οδηγούνται κυρίως από το ένστικτο επιβίωσης δηλαδή την ανάγκη να αναζητήσουν τροφή και να αποφύγουν μια επίθεση από άλλο είδος και έτσι δεν σκέφτονται για πολλή ώρα προκειμένου να πάρουν μια απόφαση. Έτσι μπορούμε να καθίσουμε πάνω από ένα κοπάδι ψαριών π.χ. καλαμάρια ή κολιούς και να πιάσουμε το ένα μετά το άλλο με το ίδιο δόλωμα ή τεχνητό ψαράκι. Η μέτρια απομίμηση του δολώματος ενός φυσικού θηράματος και η θέα των υπολοίπων του κοπαδιού να απομακρύνονται μερικές φορές αποτρέπουν τα ψάρια από το να ορμήσουν. Για το λόγο αυτό θα δείτε πως αρκετοί ψαράδες χρησιμοποιούν ξανά και ξανά, μέχρι να λιώσουν, τεχνητά που αποδεδειγμένα προσελκύουν τα ψάρια.
Η καθαρότητα του νερού μπορεί επίσης να αποτελέσει μείζονα παράγοντα για το τι μπορούν να δουν τα ψάρια. Ανάλογα με την εποχή του χρόνου, ο άνεμος, η βροχή, τα φύκια και τα άλγη, το νερό της βροχής ή του λειωμένου χιονιού – πάγου, μπορούν να αλλάξουν τη διαύγεια του νερού από πεντακάθαρο κρυστάλλινο σε θαμπό και σκοτεινό. Στις καλύτερες συνθήκες νερού, τα ψάρια είναι σε θέση να βλέπουν μόνο 30 με 40 μέτρα μακριά. Σε θολά νερά η όραση τους περιορίζεται σε λίγα εκατοστά, σαν να είναι σε μια διαρκή πυκνή ομίχλη.
Περιβάλλον ψαριών και ποια χρώματα μπορούν να δουν τα ψάρια;
Εκτός από τις φυσιολογικές πτυχές των ματιών των ψαριών, πρέπει να σκεφτούμε ποιο φως είναι διαθέσιμο στα μέρη που ζουν. Όταν το φως του ήλιου προσπίπτει σε πάγο ή και χιόνι, αυτό αντανακλάται πολύ αλλά το φως που περνά μεταδίδεται προς τα κάτω, εξασθενεί όσο πάει βαθύτερα και χάνεται λόγω της απορρόφησης και διασκορπισμού.
Ένα ψάρι για να ανιχνεύσει εύκολα ένα αντικείμενο, πρέπει η αντίθεση αυτού του αντικειμένου με το περιβαλλοντικό υπόβαθρο να είναι αισθητή. Για παράδειγμα, ένα τεχνητό δόλωμα γίνεται πιο εύκολα αντιληπτό όταν αυτό έρχεται σε αντίθεση με το περιβάλλον. Έτσι, ένα κοκκινωπό ή πορτοκαλί τεχνητό θα είναι πιο εύκολα αντιληπτό σε πράσινα νερά, πάνω από φυκιάδες ή κοντά σε βλάστηση. Σε ένα θολό περιβάλλον, οι αντίθετες αποχρώσεις του μαύρου και μοβ ή του μπλε είναι καλύτερες, ενώ οι κόκκινες είναι πιο δύσκολο να εντοπιστούν. Ένα μαύρο τεχνητό δόλωμα ή κουταλάκι που έχει ροζ στη μία πλευρά και ένα λαμπερό χρώμα ή πορτοκαλί στο πίσω μέρος είναι επίσης καλές επιλογές.
Τα περισσότερα ψάρια όπως αναφέραμε έχουν έγχρωμη όραση παρόμοια με τον άνθρωπο. Βλέπουν δηλαδή ένα ευρύ φάσμα μηκών κύματος. Σε μερικά ψάρια το εύρος του φάσματος που βλέπουν έχει μετατοπιστεί και μπορούν να δουν πιο πέρα από την μπλε περιοχή ακόμη και στην υπεριώδη περιοχή (Ultraviolet) αλλά λόγω της μετατόπισης, το φάσμα αυτό ξεκινά από την άκρη του κόκκινου (δηλαδή δεν βλέπουν το κόκκινο). Μερικά ψάρια έχουν μόνο ένα περιορισμένο, στενό φάσμα, το οποίο μπορεί να μετατοπιστεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από το κέντρο του τυπικού φάσματος. Έτσι τα ψάρια που κατοικούν σε μικρά βάθη έχουν γενικά διαφορετικό οπτικό φάσμα από τα ψάρια βαθέων υδάτων. Συνεπώς το τι χρώματα βλέπουν τα ψάρια εξαρτάται από το είδος των ψαριών και το περιβάλλον στο οποίο έχουν εξελιχθεί.
Ποια χρώματα δεν μπορούν να δουν τα ψάρια;
Όπως προαναφέραμε τα ψάρια είναι τετραχρωμικά. Δηλαδή, όπου οι άνθρωποι βλέπουν 3 χρώματα με τους αισθητήρες που έχουμε στα μάτια μας, τα ψάρια βλέπουν 4 και επί πλέον μπορούν να δουν και στο φάσμα της υπέρυθρης (IV) και στο φάσμα της υπεριώδους (UV) ακτινοβολίας. Συνεπώς δεν υπάρχουν χρώματα που να μπορεί ο άνθρωπος να δει και τα ψάρια να μην μπορούν σε βάθη που αυτά εισχωρούν.
Πώς βλέπουν τα ψάρια στο σκοτάδι;
Είναι εύκολο να υποθέσουμε ότι επειδή έχουμε δυσκολία να δούμε στο σκοτάδι και τα άλλα ζώα έχουν το ίδιο πρόβλημα. Τα ψάρια έχουν πολλούς τρόπους προσαρμογής που τα καθιστούν λιγότερο εξαρτημένα από την όραση και μπορούν να πλοηγηθούν καλύτερα σε περιβάλλοντα με χαμηλό φωτισμό.
Όπως προαναφέρθηκε, πολλά ψάρια έχουν πολύ καλή νυχτερινή όραση λόγω των μεγάλων στρογγυλών φακών τους. Αυτό σημαίνει ότι είναι σε θέση να επωφεληθούν από το φως που αντανακλάται από το φεγγάρι και τα αστέρια, για να δουν. Υπάρχουν ψάρια που δεν έχουν μάτια γιατί δεν τα χρειάζονται εκεί που στα μεγάλα βάθη και σπηλιές που ζουν. Υπάρχουν ψάρια που έχουν μάτια ευαίσθητα μόνο στη κυανή ακτινοβολία αφού δεν υπάρχει λόγος να ανιχνεύουν φως μήκους κύματος που δεν υπάρχει στα μεγάλα βάθη που ζουν. Υπάρχουν ψάρια που παράγουν το δικό τους φως για να φωτίσουν γύρω τους και τέλος υπάρχουν ψάρια που ανιχνεύουν στο περιβάλλον τους χρησιμοποιώντας τη μαγνητολήψη (magnetoception) και τη χημειολήψη (chemoreception). (εικόνα 14)
Το γατόψαρο π.χ. χρησιμοποιεί χημειοεντοπισμό για να “δοκιμάσει” και να “μυρίσει” τα πάντα στο νερό γύρω από αυτό χρησιμοποιώντας την απίστευτα ευαίσθητη αίσθηση της όσφρησης του και επίσης οι καρχαρίες και τα σελάχια χρησιμοποιούν ειδικά αισθητήρια όργανα, γνωστά ως ηλεκτρουποδοχείς (Lorenzini ampullae), για να ανιχνεύουν μικρές διαφορές στα ηλεκτρικά πεδία του νερό γύρω τους.
Νυχτερινό ψάρεμα
Τα ψάρια τρέφονται διαφορετικά στο σκοτάδι απ΄ότι κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τη νύχτα βασίζονται περισσότερο στην πλάγια γραμμή τους για να ανιχνεύσουν κίνηση και αναταραχές στο νερό πράγμα που σημαίνει πως τα θορυβώδη και τα κινούμενα δολώματα ή τεχνητά με κινούμενα μέρη θα μας βοηθήσουν να πιάσουμε περισσότερα ψάρια. Όταν ψαρεύεται τη νύχτα προσπαθήστε να έχετε συνέχεια σε κίνηση το δόλωμα για να προσελκύσετε περισσότερα ψάρια.
Το ψάρεμα ψαριών τη νύχτα είναι πολύ διαφορετικό από την μέρα επειδή όπως αναφέραμε συμπεριφέρονται διαφορετικά τη νύχτα – και ανάλογα με το είδος μπορούν να είναι πιο δραστήρια από ό, τι κατά την ημέρα. Το χταπόδι, η σουπιά, το λαβράκι, ο κυπρίνος και το γατόψαρο είναι ιδιαίτερα δραστήρια κατά τις νυχτερινές ώρες. Αντιθέτως υπάρχουν ψάρια, όπως η κατσούλα (χτένι ή παπαγαλάκι), η οποία είναι δραστήρια την ημέρα ενώ τη νύχτα χώνεται στην άμμο και κοιμάται όλη τη νύχτα μέχρι αργά το πρωί. Είναι το πρώτο ψάρι που πάει νωρίς για ύπνο και το τελευταίο που ξυπνά το πρωί.
Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών πολλά είδη ψαριών κρύβονται ή πάνε βαθιά λόγω της ζέστης κατά την ημέρα αλλά βγαίνουν τη νύχτα για να τραφούν. Επίσης σε πολλές περιοχές οι άνεμοι κοπάζουν τη νύχτα, πράγμα που σημαίνει πιο ήρεμα νερά. Επίσης, αν η περιοχή που ψαρεύουμε με το σκάφος είναι πολυσύχναστη κατά τη ημέρα, τότε τη νύχτα είναι μια εξαιρετική ευκαιρία για ψάρεμα σε ήρεμα και αδιατάραχτα νερά χωρίς να υποφέρουμε από τον ήλιο και τη ζέστη.
Ψάρεμα τη νύχτα σημαίνει ότι πρέπει να είστε κατάλληλα προετοιμασμένοι, δεν θέλετε να ψάχνετε στο κουτί σας με φακό να βρείτε το κατάλληλο τεχνητό. Η προετοιμασία και τοποθέτηση αρκετών καλαμιών ή αρματωσιών εκ των προτέρων είναι μια έξυπνη κίνηση. Επίσης, αν έχετε έναν καλό φακό αλιείας, ένα καλά οργανωμένο κουτί με τα είδη αλιείας και μία απόχη ή γάντζο τότε θα είστε καλά προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσετε οποιαδήποτε κατάσταση.
Ο τεχνητός φωτισμός και το χρώμα που προσελκύει τα ψάρια
Οι περισσότεροι από εμάς είτε γνωρίζουμε από εμπειρία μας είτε από αυτά που ακούμε από άλλους πως το φως προσελκύει τα ψάρια, τα καλαμάρια και τα θράψαλα. Τι είναι όμως αυτό που τα προσελκύει; Ανάβοντας λοιπόν κάποιο φως στην επιφάνεια της θάλασσας το βράδυ μαζεύονται στην περιοχή που απλώνεται το φως μικροοργανισμοί με τους οποίους τρέφονται τα διάφορα ψάρια. Αυτοί προσελκύουν μερικά ψάρια που με τη σειρά τους προσελκύουν μεγαλύτερα ψάρια. Έτσι αν ένα φως αλιείας έχει αρκετά έντονο και φωτεινό χρώμα, αυτό θα προσελκύσει τα ψάρια. Για παράδειγμα, ένα φως ατμού νατρίου με το χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα θα προσελκύσει τα ψάρια εάν είναι αρκετά έντονο. Το ίδιο και ένα λευκού φωτισμού χρώμα επειδή ένα μέρος της συνολικής του ενέργειας είναι στην περιοχή των συχνοτήτων από μπλε μέχρι πράσινο.
Σε φωτισμό με λυχνίες LED καλύτερα για την προσέλκυση του δολώματος θεωρούνται τα πράσινα και τα λευκά. Το μπλε είναι επίσης καλό χρώμα αφού έχει μικρό μήκος κύματος, και παράγει ένα ζωντανό και απαλό φωτισμό στο νερό τη νύχτα.
Σε αρκετές χώρες το ψάρεμα με τη βοήθεια τεχνητού φωτός απαγορεύεται αλλά όπου επιτρέπεται στο ψάρεμα με βαθιά καθετή χρησιμοποιείται συχνά κάποια μορφή φωτός που θα προσελκύσει τα ψάρια στο σκοτεινό βυθό όπως το «χημικό φως» (εικόνα 15).
Από τα στοιχεία που συνέλεξα από διάφορα περιοδικά και το διαδίκτυο βρήκα ότι το πράσινο και μπλε χρώμα είναι αυτά που προτιμούνται στις δικές μας θάλασσες. Κάποιοι προτείνουν την ταυτόχρονη χρήση και των δυο χρωμάτων και μετά ανάλογα με την προτίμηση των ψαριών επιλέγουμε το ένα ή το άλλο. Υπάρχει βέβαια ποικιλία λαμπών ανάλογα με το βάθος που αντέχουν και ανάλογα με το αν αναβοσβήνουν ή αν μένουν συνεχώς αναμμένες και υπάρχει επίσης ποικιλία σχημάτων.
Το σχήμα της «λάμπας» προτιμάται να είναι υδροδυναμικό έτσι ώστε να μη μας ζορίζει στο ανέβασμα και να βοηθά στο κατέβασμα της καθετής. Μερικές λάμπες έχουν ενσωματωμένο ένα βάρος ώστε να μην χρησιμοποιούμε επιπλέον βάρος για να πάει εύκολα στο επιθυμητό βάθος.
Σε γενικές γραμμές καλύτερες θεωρούνται, με βάση τις εμπειρίες των μανιακών ψαράδων, αυτές που ανάβουν συνεχόμενα επειδή δεν τρομάζουν το πλαγκτόν και επειδή η προσέλκυση κάποιων μικροοργανισμών απαιτεί ένα χρόνο ο οποίος δεν εξασφαλίζεται με την χρήση αυτών που αναβοσβήνουν. Αυτές που αναβοσβήνουν διεγείρουν την περιέργεια των μεγαλύτερων ψαριών που αν πεινάνε τη δεδομένη στιγμή τότε θα φάνε κάποιο από τα δολώματα μας.
Χρώματα σε πετονιές και νήματα
Περπατώντας στους διαδρόμους ενός καταστήματος με είδη ψαρικής θα συναντήσετε δεκάδες αν όχι εκατοντάδες διαφορετικές επιλογές πετονιών ή νημάτων αλιείας. Υπάρχει συνεπώς μεγάλη σύγχυση με τα διαφορετικά χρώματα και τύπους πετονιάς.
Η πετονιά (εικόνα 16) μπορεί να είναι η μονόινη μισινέζα η γνωστή μας «μισίνα» μπορεί να είναι η νεώτερη αόρατη (fluorocarbon) πετονιά ή μπορεί να είναι κάποιο είδος πλεγμένου νήματος και όλα αυτά σε αρκετά χρώματα.
Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα των ψαράδων είναι εάν τα ψάρια μπορούν να δουν τη μισινέζα ή το νήμα ψαρέματος. Ως ερασιτέχνης ψαράς, έχω χρησιμοποιήσει όλα αυτά τα είδη και έχω συμπερασματικά καταλήξει στο πότε και πού να χρησιμοποιήσω το καθένα από αυτά τα προϊόντα με βάση την προσωπική εμπειρία, τους ισχυρισμούς του κατασκευαστή και τη διαθέσιμη έρευνα.
Ενώ τίποτα δεν είναι σίγουρο, υπάρχουν μερικές βασικές αλήθειες για τους ψαράδες που αναζητούν την καλύτερη πετονιά για κάθε αλιευτική τους δραστηριότητα. Η Fluorocarbon είναι η πιο αόρατη πετονιά στο νερό, ενώ το νήμα είναι η ισχυρότερη αλλά η πιο ορατή πετονιά μέσα στο νερό. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για πιο ορατά χρώματα όπως το κίτρινο και το κόκκινο. Είναι εύκολο να τα δείτε έξω από το νερό και να σας βοηθήσουν να εντοπίσετε και τα πιο μικρά τσιμπήματα, αλλά είναι πιο πιθανό να τα δει στο νερό ένα επιφυλακτικό ψάρι. Ας δούμε λοιπόν τα διάφορα είδη:
ΑΟΡΑΤΗ-FLUOROCARBON
Η πετονιά φθοριωμένου ανθρακονήματος, η γνωστή σε όλους Fluorocarbon, αναφέρεται από τις εταιρείες κατασκευής σαν την πιο αόρατη πετονιά στην αγορά. Λέγεται ότι έχει τα ίδια χαρακτηριστικά διάθλασης με το νερό και αυτό την κάνει αόρατη στο νερό. Η Fluorocarbon έχει πολλά πλεονεκτήματα με την αόρατη ιδιότητα της που την καθιστά κατάλληλη για όλα τα νερά από διαυγή μέχρι πολύ θολά και θεωρητικά αυτό θα μας δώσει αυξημένα τσιμπήματα ακόμη και από τα πιο διστακτικά και φοβικά ψάρια που μπορούν να διακρίνουν τη γραμμή στην οποία συνδέεται το δόλωμα ή τεχνητό.
Ροζέ Fluorocarbon
Οι κατασκευαστές που δημιούργησαν τη ροζ Fluorocarbon ισχυρίζονται ότι αυτή η απόχρωση της πετονιάς είναι πάρα πολύ δύσκολο να ανιχνευθεί υποβρυχίως. Παρόλο ότι φαίνεται απίστευτο στους ψαράδες αφού είναι πολύ ορατή σε αυτούς, υπάρχει κάποια δόση αλήθειας στους ισχυρισμούς τους.
Επιστημονικές μελέτες και δύτες απέδειξαν ότι το ροζ χάνει το χρώμα του σε πολύ μικρά βάθη και η πετονιά ανακατεύεται με το νερό και γίνεται διαφανής για τα ψάρια. Αν και μπορεί να φαίνεται ασυνήθιστο να βάψετε μια Fluorocarbon πετονιά που θεωρείται ότι είναι σχεδόν αόρατη, η ροζ απόχρωση που της δίνουν χάνει το χρώμα της πολύ νωρίς και είναι πολύ δύσκολο και στους ψαράδες και τα ψάρια να την δουν μέσα στο νερό σε όλα τα βάθη που ψαρεύουμε.
ΠΕΤΟΝΙΕΣ ΜΟΝΟΙΝΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ (Monofilament) (εικόνα 17)
Η μονόινη πετονιά είναι η πιο δημοφιλής στην αγορά και διατίθεται σε πολλές διαφορετικές επιλογές χρωμάτων. Σχεδόν όλες τους διατίθενται στο εμπόριο και διαφημίζονται στην αγορά είτε ως δύσκολο να εντοπιστούν από τα ψάρια στο νερό είτε ως ευκολότερο να τη βλέπουν οι ψαράδες μέσα και έξω στο νερό. Τα πιο δημοφιλή χρώματα είναι:
Άχρωμη ημιδιαφανής (Clear)
Η άχρωμη ημιδιαφανής πετονιά είναι η πρώτη σε ζήτηση και ιδίως από αυτούς που ψαρεύουν με τον κλασικό τρόπο με καρούλι. Τα καθαρά υλικά που χρησιμοποιούνται στην μονόινη πετονιά την καθιστούν σχεδόν αόρατη και λειτουργεί ικανοποιητικά σε όλες τις καταστάσεις. Αν είστε αρχάριος ή πρόκειται να ψαρέψετε με καρούλι από την ακτή ή βάρκα σίγουρα θα την προμηθευτείτε. Αν πρόκειται να φτιάξετε παραγάδι, σίγουρα για μάνα θα την χρησιμοποιήσετε. Αν πρόκειται να ρίξετε κιούρτους, κιούπια, μαλαγρωτές πάλι σίγουρα θα την χρησιμοποιήσετε.
Όμως, η απόχρωση αυτή, όπως και όλες οι πετονιές, θέλει προσοχή και φροντίδα. Εάν δεν την προσέχετε, δεν την ξεπλένετε από τα άλατα και δεν την αποθηκεύετε σωστά δεν θα κρατήσει για πολύ και σύντομα θα γίνει άσπρη. Έχετε πάντα κατά νου πως οι γρατζουνιές, το αλάτι που συσσωρεύετε και το μη καλό τύλιγμα της επηρεάζουν την απόδοση της.
Κίτρινη (Yellow)
Το κίτρινο χρώμα είναι ιδανικό για τους ψαράδες που παρακολουθούν τη πετονιά τους για να δουν τα τσιμπήματα ή που ψαρεύουν δίπλα-δίπλα με άλλους και υπάρχουν πολλές πετονιές στη θάλασσα ή και όταν ψαρεύουμε σε βρώμικα ή θολά νερά. Το φωτεινό της χρώμα τη καθιστά ευκολοεντόπιστη και έξω και μέσα στη θάλασσα και σε αυτή εύκολα παρατηρούνται ακόμη και τα πιο μικρά τσιμπήματα.
Το μειονέκτημα είναι ότι είναι πολύ πιο ορατή στα ψάρια από την διαυγή.
Οι ψαράδες λοιπόν που θέλουν να παρατηρούν τη πετονιά τους δικαιολογούν την επιλογή τους λέγοντας πως ένα πεινασμένο, λαίμαργο ή επιθετικό ψάρι μπορεί να μην παρατηρήσει τη πετονιά όπως ορμά στο δόλωμα. Παρ όλα αυτά οι περισσότεροι την χρησιμοποιούν σαν μάνα και βάζουν αόρατα παράμαλα.
Κόκκινη (red) ή ροζ (Pink)
Από όλα τα χρώματα των πετονιών, τα κοκκινωπά είναι ίσως τα πιο πολυ-συζητημένα και χρησιμοποιούνται πολύ από αυτούς που κάνουν κυρίως συρτή με κουταλάκια και τεχνητά δολώματα και από αυτούς που ψαρεύουν σε μεσαία βάθη και σε περιοχές με καθαρά νερά. Αρκετοί πιστεύουν πως οι κόκκινες πετονιές γίνονται αόρατες κάτω από το νερό και αυτό στηρίζεται στις μελέτες που έδειξαν πώς τα κόκκινα αντικείμενα είναι τα πρώτα που χάνουν το χρώμα τους από τα πρώτα δέκα μέτρα βάθους. Από την άλλη πλευρά, οι δύτες λένε ότι τα κόκκινα αντικείμενα που χάνουν το χρώμα τους γίνονται μαύρα και έτσι αντί να είναι αόρατες, αυτές μπορεί να φαίνονται μαύρες και να είναι σε πλήρη (έντονη) αντίθεση με το χρώμα του νερού. Θα έχετε επίσης ακούσει πολλούς να λένε ότι η κόκκινη πετονιά δουλεύει καλύτερα επειδή το κόκκινο χρώμα μοιάζει με αίμα, αλλά αυτό πάλι, εκτιμάται από πολλούς πως είναι ένα διαφημιστικό μήνυμα που κυκλοφόρησε από τις εταιρείες που φτιάχνουν κόκκινα αγκίστρια και που ισχυρίζονται ότι έχουν περισσότερα τσιμπήματα λόγω αυτού. Εκείνοι που επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν κόκκινες πετονιές δικαιολογούν την επιλογή τους με το γεγονός ότι είναι πιο εύκολο να εντοπιστούν από αυτούς έξω από το νερό. Εν πάση περιπτώσει, αν δεν είστε μανιακός ψαράς που θέλει να κάνει δοκιμές, πιθανώς ποτέ δεν πρόκειται να αγοράσετε μια κόκκινη πετονιά.
Η ανοιχτόχρωμης (ροζ) απόχρωσης πετονιά είναι η πιο δημοφιλής σε αυτούς που ψαρεύουν κοντά στις ακτές και σε καθαρά νερά.
Πράσινη (green)
Το πράσινο είναι ένα καλό χρώμα που συγχωνεύεται καλά με το νερό. Τα νερά στις περισσότερες περιοχές που ψαρεύουμε έχουν κάποια πράσινη απόχρωση και ιδίως όταν είμαστε πάνω από φυκιάδες και επίσης αρκετοί οργανισμοί στο νερό είναι πράσινοι. Όπως και στο καμουφλάζ, η πράσινη πετονιά μπερδεύεται στο περιβάλλον της και αποτελεί μια καλή επιλογή για τους ψαράδες που θέλουν να έχουν μια σχεδόν αόρατη πετονιά για τα ψάρια. Από την άλλη πλευρά, το πράσινο μπορεί να είναι πιο ορατό σε φωτεινό, διαυγές και πολύ καθαρό νερό. Γενικά το πράσινο είναι μια καλή επιλογή χρώματος για πολλές διαφορετικές καταστάσεις ψαρέματος. Κατά την άποψη μου είναι καλύτερη από την κίτρινη και βεβαίως όπως όλες έχει και αυτή την κατάλληλη ώρα και το κατάλληλο μέρος για να χρησιμοποιηθεί.
Μπλε (Blue)
Η μπλε πετονιά είναι μια κορυφαία επιλογή όταν ψαρεύετε από βάρκα σε ανοικτές θάλασσες και σε βαθιά νερά. Όσο πιο βαθιά τόσο πιο σκούρα πρέπει να είναι η μπλε απόχρωση. Αυτό το συμπέρασμα οφείλεται στο γεγονός ότι όσο βαθύτερα πηγαίνουμε στο νερό, το λιγότερο φως είναι διαθέσιμο, και αυτό κάνει το νερό να φαίνεται σκούρο μπλε ή ακόμα και μαύρο. Ως εκ τούτου, όσο πηγαίνετε βαθύτερα τόσο πιο δύσκολο είναι να εντοπιστεί η πετονιά. Φυσικά, αυτό δυσκολεύει και τον ψαρά να την εντοπίσει, αλλά για έναν έμπειρο αυτό δεν είναι πρόβλημα.
Έτσι, όταν πρόκειται να ψαρέψετε σε βαθιά νερά η μπλε απόχρωση είναι καλύτερη ενώ όταν πάμε σε μικρά βάθη το πράσινο ή η ελαφριά μπλέ (γαλάζια) απόχρωση είναι καλύτερη επιλογή. Είναι σχεδόν άχρωμες υποβρυχίως και κάπως διακριτές έξω από το νερό. (εικόνα 18)
ΝΗΜΑΤΑ (Braided Lines)
Είναι φτιαγμένα από ίνες πολυαιθυλενίου, ένα πάρα πολύ ισχυρό και ανθεκτικό υλικό με το οποίο φτιάχνονται συνήθως τα πανιά των καραβιών και τα αλεξίσφαιρα γιλέκα και αυτό τους δίνει μια εξαιρετική αντοχή. Τα νήματα χαρακτηρίζονται από τη μαλακή τους υφή, τη μηδενική απορροφητικότητα νερού και για την αντοχή τους τόσο στους κόμπους όσο και στον χρόνο (εικόνα 19).
Τα νήματα αυτά μπορεί να είναι με πλέξη από 4, 8, 9, 12, 16 ή και περισσότερους κλώνους ενώ ορισμένα έχουν μια ειδική επικάλυψη στην επιφάνεια τους που τους δίνει περισσότερη αντοχή στις φθορές από την τριβή, τα κάνει αθόρυβα στη διέλευση τους από τους οδηγούς και διατηρεί τη στρογγυλή διατομή του καθ’ όλο το μήκος τους. Διατίθενται σε διάφορες διατομές, αντοχές και χρώματα.
Ενώ υπάρχουν πολλά πλεονεκτήματα από τη χρήση του πλεκτού νήματος, ο εντοπισμός του από τα ψάρια δεν είναι ένα από αυτά. Το νήμα, ακόμη και της πιο μικρής διαμέτρου, προσφέρει μια εξαιρετική αντοχή, εκτοξεύεται πολύ μακριά και επίσης δεν επεκτείνεται όταν τεντώνετε, Αυτές οι ιδιότητες καθιστούν το πλεκτό νήμα μια εξαιρετική επιλογή για ψάρεμα σε όλους τους καιρούς και με όλες τις συνθήκες ορατότητας, ακόμη και σε βρώμικες ή λασπώδεις περιοχές.
Συμβουλή: Εάν θέλετε να ψαρεύετε με νήμα, όπως και εγώ συχνά κάνω, μην ξεχνάτε ότι αν και το νήμα έχει αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με το μονόινο, κυρίως μεγαλύτερη αντοχή σε σχέση με τη διάμετρο του και πως αυτό θα είναι πολύ πιο ορατό από τα ψάρια στο νερό απ ότι μια μονόινη πετονιά.
Για να αξιοποιήσετε στο έπακρο το νήμα σας σε καθαρά νερά, χρησιμοποιήστε παράμαλλα από αόρατη fluorocarbon πετονιά και συνδέστε τη στο νήμα με ένα ειδικό όπως π.χ. Double-Uni or Alberto κόμπο. Αυτός ο συνδυασμός επιτρέπει να εκμεταλλευτούμε τα πλεονεκτήματα και των δύο τύπων πετονιών, δηλαδή του αόρατου και του ισχυρού. (Εικόνα 20)
Συμπερασματικά:
Ο καιρός έχει πολύ σημαντικό ρόλο στην ορατότητα του φωτός και στην αντίληψη των χρωμάτων. Μια συννεφιασμένη μέρα το φως πάει σε ένα πολύ μικρότερο βάθος σε σύγκριση με μια ηλιόλουστη ημέρα. Επίσης το βράδυ έχουμε λιγότερη διείσδυση του φωτός των άστρων με αποτέλεσμα τη μειωμένη ορατότητα για όλα τα χρώματα. Ως εκ τούτου, υπάρχουν τόσες πολλές αποχρώσεις στις πετονιές που κάθε χρώμα απευθύνεται σε διαφορετικές συνθήκες νερού και φωτός. Ένα χρώμα που λειτουργεί καλά σε ρηχά νερά κατά τη διάρκεια της ημέρας θα είναι λιγότερο αποτελεσματικό αν χρησιμοποιηθεί για ψάρεμα τη νύχτα.
Αν θέλετε να κρύψετε τη πετονιά σας από τα ψάρια, θα επιλέξετε με μια πετονιά χαμηλής ορατότητας. Αν θέλετε με την πετονιά να κεντρίσετε τη περιέργεια των ψαριών και να πλησιάσουν τότε θα επιλέξετε έντονα χρώματα.
Η χρήση διαφορετικών χρωμάτων πετονιάς είναι επίσης χρήσιμη σε ψαράδες που ψαρεύουν ομαδικά με καλάμια ή είναι δίπλα – δίπλα.
Κάθε χρώμα της πετονιάς έχει συγκεκριμένες χρήσεις και πλεονεκτήματα και φυσικά και τα αντίστοιχα μειονεκτήματά. Πριν καταλήξετε σε ένα συγκεκριμένο χρώμα, πρέπει να σκεφτείτε πού και πότε ψαρεύετε, καθώς και το είδος των ψαριών που περιμένετε να πιάσετε. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα νήματα έχουν μεγάλα οφέλη (βάρος θραύσης-αντοχή), αλλά η επιλογή του χρώματος είναι κάτι που θα πρέπει να κάνετε μόνοι σας.
Συμβουλή: Εάν δεν μεταχειρίζεστε τις πετονιές σας σωστά και δεν τις φροντίζετε καλά, η όποια πετονιά δεν θα διαρκέσει πολύ και σύντομα θα αλλάξει απόχρωση. Η άχρωμη θα γίνει άσπρη και οι έγχρωμες θα ξεθωριάσουν. Η πετονιά θέλει ξέπλυμα μετά το ψάρεμα για να φύγει το αλάτι. Προσοχή χρειάζεται και στη χρήση να μην γδαρθεί και γεμίσει γρατσουνιές και τέλος δεν πρέπει να εκτίθεται πολύ στον ήλιο ή σε υψηλές θερμοκρασίες που εκτός από το χρώμα επηρεάζουν και την αντοχή.
Επιλογή χρώματος τεχνητών δολωμάτων
Όπως προβληματιζόμαστε με την επιλογή του χρώματος της πετονιάς μας, έτσι πρέπει να λάβουμε υπ’όψη μερικά σημαντικά πράγματα όταν επιλέγουμε το τεχνητό δόλωμα που θα χρησιμοποιήσουμε για να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα στην εξόρμηση μας. (εικόνα 21)
Στις πετονιές επιδιώκουμε να είναι αόρατες ενώ αντιθέτως τα τεχνητά μας δολώματα θέλουμε να είναι εύκολα και από μακριά, ανιχνεύσιμα από τα ψάρια στο νερό. Θυμηθείτε, τα χρώματα χάνουν την φωτεινότητα τους (ένταση φωτός) μόλις βυθιστούν και όσο πιο βαθιά πηγαίνουν, τόσο λιγότερο φωτεινά και ορατά γίνονται. Επίσης, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι η κατάσταση της θάλασσας αλλά και του ουρανού επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το φως και τη φωτεινότητα που θα εκπέμπει το τεχνητό μας δόλωμα.
Για παράδειγμα, όταν είμαστε σε καθαρά νερά, φωτεινές χρωστικές ουσίες όπως το κόκκινο και το πορτοκαλί δουλεύουν πολύ καλά όταν ψαρεύουμε κοντά στην επιφάνεια, ή σε μικρά βάθη αφού το χρώμα τους δεν έχει απορροφηθεί και δεν χάνουν την απόχρωση τους. Ωστόσο, όσο πιο βαθιά πηγαίνουμε, τόσο από λιγότερα χρώματα έχουμε να διαλέξουμε όπως από πράσινα και σκούρα χρώματα. Το μαύρο φαίνεται πως λειτουργεί καλύτερα από τα άλλα. (εικόνα 22)
Σε θολά νερά, καλύτερο είναι να χρησιμοποιήσουμε σκοτεινά χρώματα, ακόμα και αν είμαστε σε μικρότερα βάθη, καθώς η διείσδυση του φωτός είναι πολύ πιο αδύναμη. Το ίδιο ισχύει και με το σκοτάδι, όπου τα λαμπερά δολώματα χάνουν σχεδόν όλη την αποτελεσματικότητα τους! Τέλος, αν ψαρεύουμε σε βαθιά ή λασπώδη νερά, πρέπει τότε να επιλέξουμε πιο σκούρα δολώματα, όπως μπλε, μοβ και μαύρο.
Τελικό συμπέρασμα είναι ότι
α. τα ψάρια βλέπουν ίσως καλύτερα και από εμάς απλά γιατί η καλή όραση είναι θέμα επιβίωσης για αυτά και δεν υπάρχει χρώμα που να βλέπει ο άνθρωπος και να μην βλέπουν τα ψάρια
β. τα ψάρια δεν έχουν αχρωματοψία όπως παλιά πίστευαν. Μπορεί να μην αντιλαμβάνονται τα χρώματα όπως εμείς, όμως βλέπουν και βλέπουν σε μεγαλύτερο φάσμα συχνοτήτων.
γ. η αντίληψη των χρωμάτων εξαρτάται από την περιοχή που ψαρεύουμε (καθαρότητα νερού-είδος βυθού) και από τις συνθήκες φωτισμού (καιρός-ώρα-φεγγάρι)
δ. η απόχρωση της πετονιάς και το χρώμα των τεχνητών μας, έχουν μεγάλη σημασία για μία επιτυχημένη ψαρευτική εξόρμηση.
Καλά ψαρέματα με πολλές αξέχαστες στιγμές!
Βιβλιογραφία- πηγές
1. Wikipedia, the free encyclopedia
2. Vision in fish: The world from the eyes of a fish. https://allyouneedisbiology.wordpress.com/2017/03/05/vision-fish/
3. Farrell, A (2011). Encyclopedia of Fish Physiology: From Genome to Environment. Volume 1: The senses, supporting tissues, reproduction and behaviour. Academic Press.
4. Hara, T. & Zielinski, B. (2006). Fish Physiology: Sensory Systems Neuroscience. Academic Press.
5. Hill, Wyse & Anderson. (2006). Fisiología Animal. Editorial Médica Panamericana.
6. Vision in fish: the world from the eyes of a fish, https://allyouneedisbiology.wordpress.com/2017/03/05/vision-fish/
7. Understanding fish vision, Steve Quinn, 2017, https://www.in-fisherman.com/editorial/understanding-fish-vision/154655
8. https://www.uw360.asia/facts-fish-eyes-science/
9. Fish Vision Is Better Than You Think, 2018, Behavior-Pet Facts, https://petcentral.chewy.com/fish-vision-is-better-than-you-think/
10. Do Fish See Line? Decoding Research and Manufacturer Claims, https://www.fix.com/blog/do-fish-see-line/
11. How To Choose The Right Fishing Line Color, https://takemecamping.org/choose-right-fishing-line-color/
12. Braided Line Colors & Their Uses, https://fishtackly.com/best-color-braided-fishing-line/
13. How to choose the colr of your monofilament :mono” fishing lines, Bullbuster Team, https://bullbuster.net/community/articles/how-to/how-to-choose-the-color-of-your-monofilament-mono-fishing-lines
14. Line and Lure Colors: How They Impact Your Fishing Success, https://www.reeladventurefishing.com/line-and-lure-colors-how-they-impact-your-fishing-success/
15. Can Fish See Fishing Line?, https://therequiremag.com/can-fish-see-fishing-line/
16. Αισθήσεις των ψαριών. Αναζητώντας τα κομμάτια του παζλ, άρθρο: http://deepblueseanews.blogspot.com/2014/03/blog-post_25.html
17. Η παλέτα των χρωμάτων, άρθρο https://www.lurebites.com/psarema-apo-akti/spinning/i-paleta-ton-xromaton.html
18. Ιχθύες-Μορφολογία και ανατομία τελεόστεου οστειχθύος, Γ. Κουμουνδούρος, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Πατρών, 2003
19. Μορφολογία και εσωτερική οργάνωση οστειχθύος, Εργαστηριακές σημειώσεις, Στέφανος Νταιλιάνης, Λέκτωρας, πανεπιστήμιο Πατρών, 2008
20. Συμπεριφορά ιχθύων, τακτισμοί, Περσεφώνη Μεγαλώφωνου, Εθν. Καποδισρτιακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, τμήμα Βιολογίας,
21. Τα ιδιαίτερα οπτικά συστήματα των ιχθύων βαθέων υδάτων, Δημ. Μπραχάμης, 2017, https://www.diagnovet.gr/index.php/alla-zoa/ichthyes/item/2485-optika-systymata-icthywn-vathewn-ydatwn
21. Φυσιο-παθολογία οφθαλμού και όρασης, εφαρμογές στην υδατοκαλλιέργεια και αλιεία, Γ. Τσιώνης, πτυχιακή εργασία, ΤΕΙ Πάτρας & Μεσολογγίου, Τμήμα Τεχνολογίας αλιείας, 2016